ΠολιτισμόςV-talksΣυνεντεύξειςΘέατρο
Συνέντευξη: Αριάν Μνουσκίν, ο θρύλος του παγκόσμιου θεάτρου
"Γιατί πίσω από τα νούμερα που ένας κύριος απαριθμεί κάθε βράδυ στην τηλεόραση, συγχαίροντας τον εαυτό του για την εξαιρετική δράση της κυβέρνησης, δεν μπορώ να μη σκέφτομαι την οδύνη και τη μοναξιά, μέσα στις οποίες πέθαναν αυτοί οι άνθρωποι"
Μεγάλη σκηνοθέτις. Μεγάλη προσωπικότητα. Η Αριάν Μνουσκίν ιδρύει το 1964 το θρυλικό “Θέατρο του Ήλιου”, μια καλλιτεχνική κολλεκτίβα που έμελλε να επηρεάσει το παγκόσμιο θέατρο με τη συλλογικότητά της, την πολυπολιτισμικότητά της και την κοινωνική και πολιτική της ευαισθητοποιήση.
Σήμερα, στα 81 της χρόνια, δε θα μπορούσε να μην πάρει θέση απέναντι στην πρωτοφανή κρίση που έφερε η πανδημία τόσο στο θέατρο όσο και στην κοινωνία, τα οποία η ίδια δεν διαχωρίζει.
Ο γνωστός σκηνοθέτης και ηθοποιός Νίκος Χατζόπουλος ανακάλυψε τη συνεντευξή της Αριάν Μνουσκίν στο περιοδικό Télérama και ο ηθοποιός Δημήτρης Ντάσκας, που ζει και εργάζεται τα τελευταία χρόνια κυρίως στη Γαλλία, ανέλαβε το σημαντικό έργο της μετάφρασης.
Η Συνέντευξη της Αριάν Μνουσκίν όπως παραχωρήθηκε στο περιοδικό Télérama και μεταφράστηκε από τον Δημήτρη Ντάσκα:
Πώς ζείτε την καραντίνα στο Θέατρο του Ήλιου;
Όπως μπορούμε. Όπως όλος ο κόσμος. Οργανώνουμε τηλεδιασκέψεις με τα εβδομήντα μέλη του θεάτρου και καμιά φορά και με τα παιδιά τους. Σε όλους κάνει καλό να ξαναβρίσκονται με τον θίασο. Κυρίως σ’ εμένα. Σκεφτόμαστε: μετά την καραντίνα, τι θα κάνουμε; Πώς θ’ αρχίσουμε πάλι το θέατρο, που δεν τρέφεται μόνο με λόγια, αλλά κυρίως με σώματα; Πώς θα εφαρμόσουμε συνθήκες υγιεινής χωρίς αυτές να γίνουν αφόρητη λογοκρισία; Μάσκες, προφανώς, σωματικές αποστάσεις στις καθημερινές δραστηριότητες, όπως τα γεύματα, οι συσκέψεις, αλλά στην πρόβα; Το ν’ αναρωτιόμαστε πώς θα δράσουμε, σημαίνει ότι είμαστε ήδη, κάπως, σε δράση. Κατά σύμπτωση, στις 16 Μαρτίου θ’ αρχίζαμε πρόβες για μια παράσταση παράξενα προφητική. To θέμα της, που δεν μπορώ ούτε θέλω ν’ αναφέρω εδώ, γιατί αλλιώς θα χαθεί για πάντα, δεν θα μεταβληθεί. Αλλά η φόρμα θα μετατοπιστεί, κάτω από το ξέσπασμα του κατακλυσμού που κλονίζει τα πάντα, άτομα, κράτη, κοινωνίες, πεποιθήσεις. Οπότε, μαζεύουμε υλικό, διεξάγουμε τις έρευνές μας σε όλους τους αναγκαίους τομείς. Πρέπει να ξαναπάρουμε την πρωτοβουλία, αυτήν την πρωτοβουλία που, για δύο μήνες, μας απαγορεύτηκε, ακόμη και σε τομείς όπου οι πρωτοβουλίες των πολιτών θα είχαν φέρει, αν όχι τις λύσεις, τουλάχιστον αξιοσημείωτες βελτιώσεις σε ανθρώπινο επίπεδο.
Σε τι κατάσταση βρίσκεστε ψυχικά;
Νιώθω θλίψη. Γιατί πίσω από τα νούμερα που ένας κύριος απαριθμεί κάθε βράδυ στην τηλεόραση, συγχαίροντας τον εαυτό του για την εξαιρετική δράση της κυβέρνησης, δεν μπορώ να μη σκέφτομαι την οδύνη και τη μοναξιά, μέσα στις οποίες πέθαναν αυτοί οι άνθρωποι. Την οδύνη και τη σύγχυση εκείνων που τους αγαπούσαν, στους οποίους απαγορεύτηκαν οι εκδηλώσεις τρυφερότητας και αγάπης, και οι τελετές, όποιες κι αν είναι, οι απαραίτητες για το πένθος. Απαραίτητες σε κάθε πολιτισμό. Ενώ αν είχαν λίγη κατανόηση, λίγο σεβασμό, λίγη συμπόνια οι κυβερνώντες και οι μολιερικοί επιστημονικοί σύμβουλοί τους, θα μπορούσαν να κάνουν πιο ελαστικούς αυτούς τους κανονισμούς που με βιασύνη αποφάσισαν, μερικοί από τους οποίους είναι κατανοητοί, αλλά εφαρμόζονται με τρομερή ακαμψία και τυφλότητα.
Να μιλήσουμε για το θέατρο;
Μα για το θέατρο σας μιλώ! Όταν σας μιλώ για την κοινωνία, σας μιλώ για το θέατρο! Αυτό είναι το θέατρο! Να βλέπεις, να ακούς, να μαντεύεις αυτό που δεν λέγεται ποτέ. Ν’ αποκαλύπτεις τους θεούς και τους δαίμονες που κρύβονται στο βάθος της ψυχής μας. Και στη συνέχεια, να μεταμορφώνεις, έτσι ώστε με τη βοήθεια της Ομορφιάς, που έχει τη δύναμη να μεταμορφώνει, να γνωρίζουμε και να δείχνουμε ανεκτικότητα στην ανθρώπινη κατάσταση. Δείχνω ανεκτικότητα δεν σημαίνει ούτε καταπιέζομαι ούτε παραιτούμαι! Κι αυτό, λοιπόν, θέατρο είναι!
Είστε θυμωμένη ;
Μα και βέβαια! Αισθάνομαι θυμό, έναν τρομερό θυμό και, θα προσέθετα, ταπείνωση ως Γαλλίδα πολίτης απέναντι στη μετριότητα, τον μόνιμο αυτοθαυμασμό, τα ψέματα της παραπληροφόρησης και την επίμονη αλαζονεία των κυβερνώντων. Στην αρχή της καραντίνας, ήμουνα σαν μισοαναίσθητη, εξαιτίας της αρρώστιας [ΣτΜ: η Μνουσκίν είχε κολλήσει κορωνοϊό και θεραπεύτηκε]. Όταν ξύπνησα, έκανα τη βλακεία να παρακολουθώ κυβερνητικούς εκπροσώπους-παπαγαλάκια σε μέσα ενημέρωσης εξίσου παπαγαλάκια. Είχα εκτιμήσει τη γρήγορη αντίδραση του Εμμανουέλ Μακρόν στο οικονομικό μέτωπο και το περίφημο “όσο κι αν κοστίσει” για ν’ αποφευχθούν οι απολύσεις. [ΣτΜ: φράση που είπε ο Μακρόν στο πρώτο του διάγγελμα, και επαναλαμβάνει τακτικά η γαλλική κυβέρνηση όταν πρόκειται για μέτρα οικονομικής ενίσχυσης εργαζομένων και επιχειρήσεων]. Αλλά όταν, μέσα στον μικρόκοσμό μου που ανάρρωνε, εμφανίστηκαν στο προσκήνιο αυτοί που αποκαλώ «οι τέσσερις κλόουν», ο Διευθυντής Υγείας, o Υπουργός Υγείας, η κυβερνητική εκπρόσωπος, και επιπλέον ως αρχηγός, ο Μπαμπούλας, ο Υπουργός Εσωτερικών, με κυρίευσε οργή. Θα ήθελα να μην τους ξαναδώ ποτέ.
Τι τους καταλογίζετε;
Ένα έγκλημα. Τις μάσκες. Δεν μιλάω για την έλλειψη, ένα σκάνδαλο που ξεκίνησε τα προηγούμενα χρόνια, στις θητείες του Νικολά Σαρκοζί και του Φρανσουά Ολάντ. Αλλά την ευθύνη μοιράζεται και η τωρινή κυβέρνηση, που, εδώ και τρία χρόνια, το μόνο που κάνει είναι να επιδεινώνει την κατάσταση του συστήματος υγείας της χώρας. Επαναλαμβάνοντάς μας, κάθε βράδυ, κόντρα σε κάθε λογική, ότι οι μάσκες είναι άχρηστες, ακόμα και επικίνδυνες, μας παραπληροφορούσαν και, κάθε βράδυ, μας αφόπλιζαν. Ενώ έπρεπε, ήδη από τη στιγμή που κηρύχθηκε η επιδημία στην Κίνα, ν’ ακολουθήσουν το παράδειγμα των περισσότερων ασιατικών χωρών και να μας καλούν να φοράμε συστηματικά μάσκες, ακόμα κι αν χρειαζόταν να τις φτιάξουμε μόνοι μας, αφού δεν υπήρχαν. Ωστόσο, αναγκαστήκαμε να υποστούμε τα επαναλαμβανόμενα ψέματα των τεσσάρων κλόουν, συμπεριλαμβανομένης της αξέχαστης φράσης της κυβερνητικής εκπροσώπου, που μας εξήγησε ότι αφού ακόμα κι η ίδια –τι αλαζονεία: «ακόμα κι η ίδια»– δεν ήξερε πώς να τις χρησιμοποιήσει, τότε κανείς δεν θα τα κατάφερνε! Σύμφωνα με πολλούς γιατρούς, που το γνώριζαν εδώ και πολύ καιρό, αλλά των οποίων τα λόγια δεν περνούσαν από τα παπαγαλάκια μαζικής ενημέρωσης στην αρχή της καταστροφής, όλοι οφείλουμε να εκπαιδευτούμε με τις μάσκες, γιατί θα χρειαστεί να τις φορέσουμε αρκετές φορές στη ζωή μας. Το λέω αυτό επειδή, στο βίντεο που προτείνει τα μέτρα ατομικής προστασίας, η μάσκα εξακολουθεί να μην υπάρχει. Είμαι ένας απ’ αυτούς που πιστεύουν ότι η συστηματική χρήση της, από τις πρώτες ενδείξεις, θα είχε τουλάχιστον συντομεύσει τη θανατηφόρα καραντίνα που έχουμε υποστεί.
To να υφίστασαι κάτι είναι το χειρότερο;
Δεν πρέπει να υποστούμε άλλο την παραπληροφόρηση αυτής της κυβέρνησης. Δεν αμφισβητώ το περίφημο «Μένουμε σπίτι». Αλλά, αν είμαστε (τρόπος του λέγειν) σε πόλεμο, αυτό το σλόγκαν δεν φτάνει. Δεν γίνεται να κηρύττουμε πόλεμο χωρίς να καλούμε ταυτόχρονα σε γενική κινητοποίηση. Ωστόσο αυτή η κινητοποίηση, που την επαναλάμβαναν αφειδώς, δεν ήταν ποτέ πραγματικά επιθυμητή. Από την πρώτη στιγμή μας φίμωσαν, μας κλειδαμπάρωσαν. Και κάποιους, μάλιστα, πολύ περισσότερο: μιλάω για τα ηλικιωμένα άτομα και για τον τρόπο που τους φέρθηκαν. Ακούω να μιλούν στα media κάτι παθιασμένοι εναντίον των γέρων, που ισχυρίζονται ότι πρέπει να μας κλειδαμπαρώσουν όλους εμάς, εμάς, τους γέρους, τους παχύσαρκους, τους διαβητικούς, για μήνες, γιατί αλλιώς, λένε, θα πήξουν τα νοσοκομεία αυτοί. «Αυτοί»; Έτσι μιλάμε για τους ηλικιωμένους και τους ασθενείς; Δηλαδή τα νοσοκομεία είναι φτιαγμένα μόνο για ανθρώπους παραγωγικούς και υγιείς; Δηλαδή στη Γαλλία του 2020, θα πρέπει να δουλεύουμε ως τα 65, και όταν τα κλείσουμε, δεν θα έχουμε πια το δικαίωμα να πάμε στο νοσοκομείο, για να μην πήξουν οι διάδρομοι; Αν αυτό δεν είναι σχέδιο που προμηνύει φασισμό ή ναζισμό, μοιάζει πολύ πάντως. Με εξοργίζει.
Τι κάνετε μ’ αυτήν την οργή;
Αυτή η οργή είναι εχθρός μου, γιατί στόχος της είναι κάτι πολύ μέτριες προσωπικότητες. Όμως το θέατρο δεν πρέπει να αφήνεται να τυφλωθεί από μέτριες προσωπικότητες. Στη δουλειά μας, οφείλουμε να κατανοούμε το μεγαλείο των ανθρώπινων τραγωδιών, τη στιγμή που συμβαίνουν. Αν εμείς οι καλλιτέχνες μείνουμε σ’ αυτήν την οργή, δεν θα καταφέρουμε να μεταφράσουμε αυτό που βιώνουμε σήμερα σε έργα που θα διαφωτίζουν τα παιδιά μας. Έργα που θα ρίξουν φως στο παρελθόν, ώστε να καταλάβουμε πώς μπόρεσε να συμβεί μια τέτοια ηλιθιότητα, μια τέτοια τύφλωση, πώς αυτός ο ανεξέλεγκτος καπιταλισμός κατάφερε να γεννήσει τέτοιους τεχνοκράτες, αυτούς τους μικρόνοες που περιφρονούν τους πολίτες. Για ένα χρόνο, κώφευαν στις κραυγές συναγερμού των νοσηλευτών που διαδήλωναν στο δρόμο. Σήμερα τους λένε: είστε ήρωες. Ταυτόχρονα, μας μαλώνουν ότι δεν σεβόμαστε την καραντίνα, ενώ το 90% τη σέβεται, κι εκείνοι που δεν το κάνουν, ζουν συχνά σε απάνθρωπες συνθήκες. Kαι ενώ το πρόγραμμα για τα υποβαθμισμένα προάστια του Ζαν-Λουί Μπορλό, απορρίφθηκε με τη μία, μόλις πριν δυο χρόνια, χωρίς καν να εξεταστεί ή να συζητηθεί σοβαρά. Ό,τι συμβαίνει σήμερα είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς λίστας κακών επιλογών.
Αυτή η καταστροφή δεν είναι και μια ευκαιρία;
Α! Ευκαιρία;! Με εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς στον κόσμο; Με ανθρώπους που πεθαίνουν από πείνα στην Ινδία ή στη Βραζιλία, ή που κοντεύουν σε κάποια δικά μας προάστια; Με μια επιταχυνόμενη επιδείνωση των ανισοτήτων, ακόμα και στις πλούσιες δημοκρατίες σαν τη δική μας; Κάποιοι νομίζουν ότι και οι παλιοί μας Παγκόσμιοι Πόλεμοι ήταν κι εκείνοι ευκαιρίες… Δεν μπορώ ν’ απαντήσω σε μια τέτοια ερώτηση, από σεβασμό και μόνο σε όλους αυτούς που, στην Ινδία, στο Εκουαδόρ και αλλού, μαζεύουν και τον τελευταίο σπόρο ρυζιού ή καλαμποκιού που έχει πέσει στο χώμα.
Oι Γάλλοι έχουν αντιμετωπιστεί ως μωρά παιδιά;
Και χειρότερα. Τα παιδιά έχουν, τον περισσότερο καιρό, καλούς δασκάλους, αφοσιωμένους και ικανούς, που ξέρουν να τους προετοιμάσουν για τον κόσμο. Εμάς μας παρόπλισαν ψυχολογικά. Με έχει συνταράξει η εξής ιστορία: σ’ ένα γηροκομείο στο Μπωβαί, οι νοσοκόμες αποφάσισαν να περάσουν την καραντίνα μαζί με τις ενοίκους. Οργανώθηκαν, έβαλαν στρώματα στο πάτωμα, κι έμειναν να κοιμηθούν κοντά στις ηλικιωμένες προστατευόμενές τους για ένα μήνα. Καμιά δεν κόλλησε τίποτα. Τίποτα. Όλες χαρακτηρίζουν αυτή την περίοδο καταπληκτική. Όμως, φτάνει ένας επιθεωρητής εργασίας, κατά τη γνώμη του οποίου αυτές οι συνθήκες δεν είναι αρμόζουσες για εργαζόμενες. Κρεβάτια στο πάτωμα, ανεπίτρεπτα πράγματα! Διατάζει την παύση του πειράματος. Οι νοσοκόμες πηγαινοέρχονται τώρα ανάμεσα στα σπίτια τους, με κίνδυνο να κολλήσουν τις οικογένειές τους, και στο γηροκομείο, με κίνδυνο να κολλήσουν τις ενοίκους. Στην Αγγλία, το 20% του προσωπικού περνάει την καραντίνα με τους ενοίκους. Αλλά όχι εδώ: η συνέχιση αυτού του πειράματος, που βασιζόταν στην αληθινή γενναιοδωρία και στον εθελοντισμό, απαγορεύτηκε από κανονιστική ακαμψία ή από ιδεολογική θέση. Ή και από τα δύο.
Αυτή η περιθωριοποίηση των ηλικιωμένων αποκαλύπτει ένα πρόβλημα του πολιτισμού μας;
Απολύτως. Όταν η πρόεδρος την Ευρωπαϊκής Επιτροπής προτείνει να μείνουν οι ηλικιωμένοι σε περιορισμό οχτώ μήνες, συνειδητοποιεί την σκληρότητα των λόγων της; Συνειδητοποιεί την άγνοιά της ως προς τη θέση των γέρων στην κοινωνία; Συνειδητοποιεί ότι υπάρχουν και πολύ χειρότερα από τον θάνατο; Συνειδητοποιεί ότι ανάμεσα στους γέρους, όπως εγώ, πολλοί, όπως εγώ, δουλεύουν, είναι δραστήριοι ή χρήσιμοι στις οικογένειές τους; Ξέρει ότι εμείς, οι γέροι, δεχόμαστε τον θάνατο σαν κάτι το αναπόφευκτο και είμαστε αμέτρητοι αυτοί που διεκδικούμε το δικαίωμα να επιλέξουμε τη στιγμή που θα φτάσουμε σ’ αυτόν, ένα δικαίωμα που μας αρνούνται ακόμα στη Γαλλία, αντίθετα από πολλές άλλες χώρες; Τι υποκρισία! Να θέλουν να μας καταστήσουν αόρατους, αντί να επιτρέψουν σε όσους από εμάς το θέλουν, να διαλέξουν πότε θα πεθάνουν αξιοπρεπώς και εν ειρήνη. Όταν ο Εμμανουέλ Μακρόν ψιθυρίζει: «Θα προστατεύσουμε τους ηλικιωμένους μας», θέλω να του φωνάξω: Δεν σας ζητώ να με προστατεύσετε, απλώς σας ζητώ να μη μου στερείτε τα μέσα για να το κάνω εγώ. Μάσκα, αντισηπτικό, ορολογικά τεστ! Αλλιώς, σε κάνουν να πιστεύεις ότι ονειρεύονται ένα απέραντο γηροκομείο, όπου θα κρύβουν και θα ξεχνούν όλους τους ηλικιωμένους. Νέοι, τρέμετε, είμαστε το μέλλον σας!
Τι φανερώνει αυτό για την κοινωνία μας;
Για την κοινωνία δεν ξέρω, αλλά λέει πολλά για τη διακυβέρνηση. Σε κάθε σώμα, μια κακή διακυβέρνηση αποκαλύπτει τη χειρότερή του όψη. Στην ανθρωπότητα υπάρχουν 10% ιδιοφυίες και 10% καθάρματα. Στην αστυνομία, ένα 10% των αστυνομικών δεν πάνε για να γίνουν φύλακες της ειρήνης αλλά όργανα επιβολής της τάξης. Σέβομαι την αστυνομία, αλλά όταν δίνονται αόριστες κατευθυντήριες γραμμές, ανοιχτές στην ερμηνεία ενός και μόνο οργάνου, αυτό το όργανο, άντρας ή γυναίκα, θα δείξει ότι είναι άνθρωπος καλός, ικανός και με κατανόηση, ή θα δράσει σαν ένας μικρός Άιχμαν με απεριόριστη εξουσία, και, τώρα που ήρθε επιτέλους η ώρα του, θα εφαρμόσει τη μοχθηρία του. Ας πούμε, κάποιον που πηγαίνει στην επαρχία να δει τον ετοιμοθάνατο πατέρα του, θα τον αναγκάσει να κάνει αναστροφή. Ή θα ψαχουλέψει την τσάντα μιας κυρίας για να τσεκάρει αν έχει πραγματικά αγοράσει μόνο αγαθά πρώτης ανάγκης. Κι αν βρει καραμέλες, θα της φερθεί ταπεινωτικά. Όταν σκέφτομαι ότι υπήρξαν καταγγελίες, ναι, καλά ακούσατε, καταγγελίες και πρόστιμα σε οικογένειες που έρχονταν κάτω από τα παράθυρα των γηροκομείων για να μιλήσουν στους δικούς τους ανθρώπους που βρίσκονταν εκεί… Συνειδητοποιούμε τι κρύβεται κάτω από όλο αυτό;
Φοβάστε ένα κράτος που θα σκοτώνει τις ελευθερίες;
Υπάρχει, αναμφίβολα, κίνδυνος. Η δημοκρατία ασθενεί. Θα πρέπει να την φροντίσουμε. Ξέρω ότι δεν βρισκόμαστε στην Κίνα, όπου, κατά τη διάρκεια της καραντίνας του Γουχάν, συγκολλούσαν τις πόρτες των ανθρώπων για να μην μπορούν να βγουν. Αλλά, τηρουμένων των αναλογιών, ναι, στη Γαλλία η δημοκρατία απειλείται. Γνωρίζετε, βέβαια, την ιστορία με τον βάτραχο. Αν τον βουτήξουμε σε βραστό νερό, πηδάει αμέσως έξω. Αν τον βουτήξουμε σε κρύο νερό και το ζεσταίνουμε λίγο-λίγο, δεν πηδάει, πεθαίνει μαγειρεμένος. Το δροσερό νερό της δημοκρατίας, λίγο-λίγο το έχουν κάνει χλιαρό. Δεν λέω ότι θέλουν να το κάνουν αυτό οι κυβερνώντες. Αλλά νομίζω ότι είναι τόσο βλάκες, ώστε δεν το βλέπουν που έρχεται. Ναι, ανακαλύπτω έντρομη ότι αυτοί οι τόσο έξυπνοι άνθρωποι είναι βλάκες. Τους λείπει η ενσυναίσθηση. Δεν νοιάζονται καθόλου για τον γαλλικό λαό. Γιατί δεν του λένε απλώς την αλήθεια;
Ελπίζετε ακόμα στους πολιτικούς μας ηγέτες;
Όταν στις 12 Μαρτίου ο Εμμανουέλ Μακρόν είπε: «Θα χρειαστεί αύριο να πάρουμε ένα μάθημα από την περίοδο που περνάμε, ν’ αμφισβητήσουμε το μοντέλο ανάπτυξης στο οποίο ο κόσμος μας έχει εμπλακεί εδώ και δεκαετίες, και το οποίο βγάζει στο φως τα ελαττώματά του… Η υγεία… το κράτος πρόνοιας που έχουμε, δεν είναι έξοδα… αλλά πολύτιμα αγαθά», κοιταζόμασταν κατάπληκτοι. Και μου θύμισε την ιστορία του αυτοκράτορα Ασόκα, που το 280 π.Χ., για να κατακτήσει το βασίλειο του Καλίνγκα, ξεκίνησε μια μάχη η οποία κατέληξε σε τέτοια σφαγή, που ο ποταμός Ντάγια δεν κατέβαζε πια νερό αλλά αίμα. Μπροστά σ’ αυτή την εικόνα, ο Ασόκα είχε μια φώτιση και στράφηκε στον βουδισμό και τη μη βία. Ελπίζουμε καμιά φορά για τους κυβερνώντες μας να συνειδητοποιήσουν το κακό που διαπράττουν. Ομολογώ ότι εκείνο το βράδυ πίστεψα στη μεταστροφή του Εμμανουέλ Μακρόν. Ευχήθηκα ότι, αφού διαπίστωσε την αδυναμία του απέναντι σ’ ένα μικροσκοπικό τέρας που προσβάλλει το σώμα και το πνεύμα των λαών, θα ψάξει μαζί μας τις αιτίες στο παρελθόν, θα κατανοήσει πώς η Ιστορία, οι επιλογές και οι πράξεις των ηγετών, των πολιτικών του συμμάχων, οδήγησαν στον παροπλισμό μας απέναντι στην καταστροφή. Θα ήθελα πολύ να καταλάβει πόσο κι ο ίδιος διέπεται από αξίες που δεν είναι αξίες. Θα ήταν εξαιρετικό. Θα ήθελα να εκτιμούσα αυτή την κυβέρνηση. Θα με ανακούφιζε. Δεν θα ζητούσα τίποτα άλλο. Όμως δεν τους έχω καμία εμπιστοσύνη. Δεν μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη σε ανθρώπους που ούτε για ένα δευτερόλεπτο δεν μας έχουν εμπιστοσύνη.
Όταν οι διαδηλώσεις, με άδεια ή χωρίς, ξαναρχίσουν στο δρόμο, θα ’ναι γεμάτες μίσος και οργή, που οδηγούν μόνο σε βία και καταστολή, με την Μαρίν Λε Πεν να έχει στήσει ενέδρα και να περιμένει απτόητη, ή θα είναι εποικοδομητικές, με πραγματικά κινήματα που θα κάνουν προτάσεις; Κάποια πρωινά σκέφτομαι ότι θα είναι εποικοδομητικές. Και κάποια βράδια σκέφτομαι το αντίθετο. Αυτό που φοβάμαι περισσότερο είναι το μίσος. Επειδή το μίσος δεν επιλέγει, το μίσος ποτίζει όλο τον κόσμο.
Φοβάστε ότι θα βγει από την καραντίνα το μίσος;
Ακριβώς! Ότι θα βγει ένα οργισμένο μίσος από την καραντίνα. Θα κατορθώσει ο γαλλικός λαός να θεραπεύσει, ή τουλάχιστον να προσανατολίσει την οργή του, επομένως και το μίσος του, σε καινοτόμες και ενοποιητικές προτάσεις και δράσεις; Είναι η ώρα. Γιατί δεν αποκλείεται ακόμα να έρθουν τα χειρότερα. Τα χειρότερα, δηλαδή η Βραζιλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, κτλ. Δεν είμαστε ακόμα εκεί αλλά θα φτάσουμε, αν συνεχιστούν οι ιδιωτικοποιήσεις, αν συνεχίσει να απαιτείται από τους διευθυντές των νοσοκομείων να φέρονται σαν διευθύνοντες σύμβουλοι επικερδών επιχειρήσεων. Ευτυχώς ο Μακρόν είχε τη σύνεση να θέσει σε εφαρμογή αμέσως το δίχτυ ασφαλείας –τη μερική ανεργία– για να μην εγκαταλείψει η Γαλλία στην ψάθα δεκατρία εκατομμύρια πολίτες της. [ΣτΜ: σύστημα με το οποίο όσοι δεν μπορούν να εργαστούν λόγω της κατάστασης, πληρώνονται από το κράτος ένα μεγάλο μέρος του μισθού τους, ώστε ν’ αποφευχθούν οι απολύσεις]. Ήταν το μόνο που μπορούσε να κάνει. Το έκανε. Πρέπει να επικροτήσουμε αυτή την απόφαση. Αλλά αυτή η σύνεση, δεν έχει καμία σχέση με μια ψευδο-«γενναιοδωρία» της κυβέρνησης, όπως μοιάζει να πιστεύει ένας συγκεκριμένος υπουργός. Είναι ακριβώς η εφαρμογή της έννοιας της αδελφοσύνης που είναι χαραγμένη σε όλα δημόσια κτίρια μας: Ελευθερία – Ισότητα – Αδελφοσύνη. Αυτή είναι η πραγματική Γαλλία, αυτή που ακόμα κάποιες φορές εξακολουθούν να τη θαυμάζουν και να τη ζηλεύουν οι γύρω χώρες. Για μια φορά, αφήσαμε πίσω την οικονομία για να προστατεύσουμε τους ανθρώπους. Πάλι καλά!
Τι περιμένετε για τους καλλιτέχνες και τους εποχιακούς εργαζόμενους στο χώρο του θεάματος;
Μόλις άκουσα ότι ο Εμμανουέλ Μακρόν αποδέχτηκε, ευτυχώς, το αίτημα των εργαζομένων που ζητούν ένα «λευκό έτος», ώστε όσοι δεν θα μπορέσουν να εργαστούν τους επόμενους μήνες, να τα βγάλουν πέρα. [ΣτΜ: έτος κατά το οποίο το επίδομα ανεργίας θα χορηγείται ακόμα κι αν ο δικαιούχος δεν πληροί τις προϋποθέσεις]. Αυτό είναι ήδη κάτι. Εδώ, στο Θέατρο του Ήλιου, μπορούμε να δουλέψουμε, έχουμε επιχορήγηση, χώρο, πρότζεκτ και εργαλεία της δουλειάς. Εναπόκειται σ’ εμάς ν’ ανακτήσουμε την απαραίτητη δύναμη και ορμή. Διαφορετική είναι η περίπτωση των εποχιακών και των καλλιτεχνών που, για να βρουν δουλειά, εξαρτώνται από επιχειρήσεις που βρίσκονται και οι ίδιες σε δυσκολία. Ακόμα κι αν, στο μεταξύ, κάποιοι καταφέρουν να κάνουν πρόβες, θα χρειαστεί να περιμένουν μέχρι ν’ ανοίξουν κανονικά οι αίθουσες για να παίξουν. Αυτό μπορεί να διαρκέσει μήνες, μέχρι να εμφανιστεί ένα φάρμακο. Αυτοί δεν πρέπει να εγκαταλειφθούν. Το μέλλον της πλούσιας γαλλικής θεατρικής δημιουργίας, μοναδικής ίσως στον κόσμο, εξαρτάται από αυτούς. Κανείς, ούτε καλλιτέχνες ούτε κοινό, δεν θα συγχωρούσε την ερήμωση. Σε μια πλημμύρα, στέλνουμε πυροσβέστες και ελικόπτερα για να διασώσουν τους ανθρώπους που έχουν καταφύγει στις στέγες. Όσο κι αν κοστίσει. Ο ιός μας πολιορκεί όλους, αλλά εκ των πραγμάτων οι παραστατικές τέχνες θα υποστούν τον πιο μακροχρόνιο αποκλεισμό. Άρα, όπως και με τον αποκλεισμό του Βερολίνου το 1948, χρειαζόμαστε μια αερογέφυρα που θα διαρκέσει όσο κρατάει η πολιορκία, όσο το κοινό δεν μπορεί να επιστρέψει, σίγουρο και δραστήριο, με ενθουσιασμό. Και με μάσκα, αν είναι ακόμα απαραίτητο. Όμως η σωματική απόσταση δεν είναι εφικτή στο θέατρο. Ούτε στη σκηνή, ούτε καν στην αίθουσα. Είναι αδύνατο. Όχι μόνο για οικονομικούς λόγους, αλλά επειδή είναι το αντίθετο της χαράς.
Δεν είναι καιρός να ζητηθεί ένα νέο σύμφωνο για την τέχνη και τον πολιτισμό;
Όχι μόνο για την τέχνη και τον πολιτισμό. Αποτελούμε μέρος ενός συνόλου.