ΠολιτισμόςΤέχνεςΑρθρογραφίαΜουσικήΙστορίαΨυχαγωγίαΕιδήσεις

Νίκος Γκάτσος: Ο σπουδάιος ποιητής έφυγε σαν σήμερα το 1992

Ιστορίες για τα τραγούδια που αγαπήσαμε από τον Μάνο και τον Μίκη...

Όταν γνωρίστηκαν ο Μάνος ήταν 17 και ο Γκάτσος 28 , οι γονείς τους είχαν τα ίδια ονόματα (Γιώργος και Βασιλική) και οι 2 ορφανοί πολύ νωρίς από πατέρα, ο Μάνος τον έχασε σε αεροπορικό ατύχημα, ενώ του Νίκου πέθανε μέσα στο πλοίο για Αμερική και τον πέταξαν στην θάλασσα.

Λέει ο Μάνος:

«Ο Γκάτσος επηρέασε εμένα και όχι εγώ τον Γκάτσο. Εγώ ήμουν ο μαθητής, από εμένα δέχτηκε πληροφορίες αλλά όχι επιρροή. Σε ηλικία 25 ετών, είχα κάνει δυο μουσικά μέρη για τις “ Χοηφόρες ” του Αισχύλου με πολύ καλές κριτικές, έρχεται ο Γκάτσος και μου λέει: αυτά είναι θαυμάσια, αλλά για τον Ευριπίδη κι όχι για τον Αισχύλο, μου δίδαξε ποια είναι η διαφορά, θύμωσα διότι δεν ασπάστηκε τη “ μεγαλοφυΐα ” μου, αλλά με έκανε να ξανασκεφτώ ότι η δουλειά που είχα κάνει στηριζόταν σε παντελή άγνοια του Αισχυλικού πνεύματος.

Στο Εθνικό Θέατρο Διευθυντής ήταν ο Γιώργος Θεοτοκάς, ο οποίος θαύμαζε πολύ το ταλέντο μου και μ’ άφηνε να κάνω ο,τι ήθελα. Στο “Όνειρο θερινής νύχτας” με έβαλε να κάνω και τη χορογραφία. Με μάγεψε το ότι είδα στις αφίσες του Εθνικού, “Χορογραφίες Μάνου Χατζιδάκι”. Έγινε η πρεμιέρα, όλος ο κόσμος με κοίταζε σαν το “παιδί θαύμα”, ο Σγούρος της εποχής, με συγχαίρανε, έρχεται και ο Γκάτσος και μου λέει μπροστά σε όλους πολύ αυστηρά : “Ελπίζω να σταματήσεις να κάνεις ανοησίες”. Μια βδομάδα έκανα να μιλήσω μαζί του. Είχα μεθύσει από την επιτυχία μου και δεν έβλεπα ότι πράγματι έκανα ανοησίες… ήταν πολύ αυστηρός φίλος… μην κοιτάτε τώρα, από τα 50 και πάνω οι άνθρωποι γίνονται συνομήλικοι, αλλά τον καιρό που εγώ ήμουν 20άρης, αυτός μ’ έβλεπε σαν νεαρό….μετά την μητέρα μου, ο σημαντικότερος άνθρωπος της ζωής μου. »

Συνεχίζει ο Μάνος:

«Εκείνο τον καιρό δεν φανταζόμασταν ότι θα μπορούσε ποτέ ο κόσμος να τραγουδάει: “Χάρτινο το φεγγαράκι , ψεύτικη η ακρογιαλιά”. Τότε όλοι τραγουδούσαν: “Να το πάρεις το κορίτσι, να το πάρεις, μην το παιδεύεις” ─ η αποθέωση του μικροαστισμού. Τα τραγούδια μου με τον Νίκο τα τραγουδούσαν οι φίλοι μας μόνο. Έγραφε παντού! Το “Καίγομαι καίγομαι ρίξε κι άλλο λάδι στη φωτιά” το έγραψε στο σπίτι του Σωτήρη Μουστάκα που τον είχε καλέσει για τα γενέθλια της κόρης του. Είπε τότε χαριτολογώντας: Επιτέλους, έγραψα κι ένα “σκυλάδικο” ».

……………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

Το “Ροδόσταμο” ήταν το αγαπημένο τραγούδι του Χιώτη.

Αφηγείται ο Μίκης:

«Ο Μανώλης γνώριζε πως είμαι κλεισμένος στο στρατόπεδο, στον Ωρωπό και ότι η μουσική μου ήταν απαγορευμένη. Εν τούτοις ήρθε με δυο – τρεις φίλους του στον μώλο που βρίσκεται 100-150 μέτρα μακριά και βαδίζοντας τραγουδούσαν όλοι μαζί γυρισμένοι προς εμάς, για να τους ακούσουμε. Εμείς είχαμε πλαγιάσει μετά το μεσημεριανό γεύμα. Ακριβώς πάνω απ’ το κρεβάτι μου ήταν η σκοπιά. Σκύβει ο χωροφύλακας και μου λέει: – Κύριε Μίκη, νομίζω ότι το τραγούδι που ακούγεται είναι δικό σας. Αμέσως βγαίνω έξω και πάω στο συρματόπλεγμα, πράγματι ήταν το «Ροδόσταμο» και αναγνώρισα τη φωνή του Χιώτη. Βγήκαν και οι χωροφύλακες και κάποιος βαθμοφόρος πήγε να τους συλλάβει. Φαίνεται όμως, ότι μόλις γνώρισε τον Χιώτη, κάτι είπαν και γύρισε πίσω. Εμείς από μακριά δεν μπορούσαμε να δούμε τα πρόσωπά τους, εγώ όμως με τη φαντασία μου έβλεπα καθαρά το πρόσωπο του αγαπημένου μου φίλου. Την άλλη μέρα διαβάσαμε την τραγική είδηση στις εφημερίδες: “Χθες το απόγευμα και ώρα τάδε ο Μανώλης Χιώτης άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στον Ωρωπό”. Μια μυστηριακή δύναμη τον παρότρυνε, τη μέρα που θα ξεψυχούσε να έρθει να με αποχαιρετήσει με το αγαπημένο του τραγούδι!»

Το «Ροδόσταμο» γράφτηκε από τον Μίκη λόγω μια φοβίας του Μάνου! Η Μαρία Φαραντούρη θυμάται:

«Ο Χατζιδάκις ετοιμαζόταν να ταξιδέψει στο Παρίσι και φοβόταν τα αεροπλάνα. Ο Νίκος του είχε δώσει από καιρό τους στίχους του τραγουδιού όμως εκείνος αντέδρασε αρνητικά διαβάζοντας τους. “Τι είναι αυτά τώρα που θα ταξιδέψω; Ετοιμάζομαι να μπω στο αεροπλάνο και συ μου γράφεις: Στον άλλο κόσμο που θα πας, κοίτα μη γίνεις σύννεφο”. Επειδή είχε ήδη αργήσει πολύ να μελοποιήσει τους στίχους, ο Γκάτσος τον απείλησε: – Θα τους δώσω στον Θεοδωράκη. -Να τους δώσεις, του απάντησε. Κι αυτό έπραξε!»

Σαν σήμερα το 1992, έφυγε από την ζωή πικραμένος. Είχε προηγηθεί η Ελλάδα του 1989, της σήψης και των σκανδάλων…

Του λέει ο Μάνος:

– Τελικά τίποτε δεν καταφέραμε, αποτύχαμε να αλλάξουμε κάτι, “Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ”. – Δεν βαριέσαι, του απαντά ο Νίκος, ότι κάναμε το κάναμε για εμάς και τους φίλους μας!

Έγραψε 460 τραγούδια, από αυτά τα 360 δισκογραφημένα, ο μόνος Έλληνας ποιητής που τον έχομε στα χείλη μας και όχι στην βιβλιοθήκη μας.

“Κάθε φορά που ανοίγεις δρόμο στη ζωή
Μην περιμένεις να σε βρει το μεσονύχτι
Έχε τα μάτια σου ανοιχτά βράδυ πρωί
Γιατί μπροστά σου πάντα απλώνεται ένα δίχτυ

Αν κάποτε στα βρόχια του πιαστείς
Κανείς δε θα μπορέσει να σε βγάλει
Μονάχος βρες την άκρη της κλωστής
Κι αν είσαι τυχερός ξεκινά πάλι!”

( “Το Δίχτυ”, στίχοι: Νίκος Γκάτσος, μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος)

 

 

 

 

 

Πηγή: Δημήτρης Τριάντος

Show More

Related Articles

Back to top button