Του Αριστείδη Χατζή, καθηγητή Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το βιβλίο του «Ο Ενδοξότερος Αγώνας: Η Ελληνική Επανάσταση του 1821» (2021) κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.
*Άρθρο του στην kathimerini.gr
Οταν έφτασαν τα νέα για την Ελληνική Επανάσταση στο Λάιμπαχ (τη σημερινή Λιουμπλιάνα, πρωτεύουσα της Σλοβενίας) όπου συνεδρίαζαν τα μέλη της Ιερής Συμμαχίας, ο Μέτερνιχ ζήτησε, εκ μέρους του Αυστριακού Αυτοκράτορα, να συναντήσουν τον Ρώσο Τσάρο Αλέξανδρο, χωρίς να είναι παρών ο Ιωάννης Καποδίστριας. Η συνάντηση κράτησε περίπου δύο ώρες και στη διάρκεια αυτών των ωρών ο Aυστριακός έπεισε τον Τσάρο πως η Ελληνική Επανάσταση ήταν οργανωμένη από το υποτιθέμενο «φιλελεύθερο διευθυντήριο» στο Παρίσι.
Η εθνική ιστοριογραφία, κυρίως η λαϊκότροπη, αντιμετωπίζει κάπως επιφανειακά αυτό το επεισόδιο. Θεωρεί, περίπου, δεδομένο ότι ο Μέτερνιχ κατασκεύασε τα στοιχεία. Αλλά αυτό πιθανόν να είναι λάθος. Οχι, βέβαια, γιατί ο Μέτερνιχ δεν ήταν ικανός για κάτι τέτοιο. Αλλά γιατί δεν ήταν απαραίτητο να τα κατασκευάσει. Διότι είχε στα χέρια του αρκετά, πραγματικά επιβαρυντικά, στοιχεία. Κατ’ αρχάς του τα είχε προσφέρει ο ίδιος ο Αλέξανδρος Υψηλάντης με τη Διακήρυξή του η οποία περιείχε τρία επικίνδυνα σημεία: θετική αναφορά στις συνταγματικές επαναστάσεις του 1820, κάλεσμα στους φιλελεύθερους να πολεμήσουν μαζί με τους Ελληνες και, κυρίως, αναφορά στην Ισπανία που αποτελούσε κόκκινο πανί για την Ιερή Συμμαχία.
Αλλωστε θα έπρεπε να ήταν κανείς γεωπολιτικά ανίδεος για να μη βλέπει το κύμα των επαναστάσεων που μετακινήθηκε γοργά το 1820-1821 από τη Νότια Αμερική προς την Ιβηρική Χερσόνησο, την Ιταλική και τελικά τη Βαλκανική.
Στο Παρίσι δεν υπήρχε φιλελεύθερο διευθυντήριο, υπήρχαν όμως επαναστατικοί πυρήνες, όπως και στο Λονδίνο, στη Μαδρίτη, στο Τορίνο, στη Νάπολη, στις Βρυξέλλες, στη Ζυρίχη, στο Μόναχο, ακόμα και στην Αγία Πετρούπολη, που συνομιλούσαν, συνεργάζονταν και σχεδίαζαν. Από αυτούς τους πυρήνες, όχι τυχαία, ξεπήδησε το φιλελληνικό κίνημα.
Αλλά ο Μέτερνιχ είχε στα χέρια του και πολλά άλλα στοιχεία που συνέθεταν ένα παζλ τα περισσότερα κομμάτια του οποίου σήμερα έχουν χαθεί. Και έχουν χαθεί γιατί οι Ελληνες επαναστάτες, μεταξύ των άλλων, φρόντισαν να τα εξαφανίσουν. Η σύγχρονη ιστοριογραφία που ασχολείται με τους λεγόμενους «φιλελεύθερους της Μεσογείου», έχει αναδείξει αρκετές από αυτές τις ψηφίδες αλλά μέχρι σχετικώς πρόσφατα η έρευνα δεν είχε επικεντρωθεί στην Ελλάδα. Το ενδιαφέρον είναι πως ενώ από τον Ιανουάριο του 1822 η Φιλική Εταιρεία σβήνεται μεθοδικά από την εικόνα και η Ελλάδα κατορθώνει να πείσει ότι η Επανάστασή της είναι εθνική και θρησκευτική, μια πολιτισμική σύγκρουση, και όχι φιλελεύθερη, δεν θα προλάβει να περάσει το 1823 όταν οι Ελληνες καταφεύγουν επίσημα στα ημιπαράνομα φιλελεύθερα δίκτυα. Και μάλιστα με πρωτοβουλία όχι του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου όσο ενός ιερωμένου, του Ιγνάτιου Ουγγροβλαχίας. Η πρωτοβουλία του Ιγνάτιου απευθύνεται σε έναν Βρετανό (Τζον Μπάουρινγκ) που πρόκειται να συλληφθεί στο αμέσως επόμενο διάστημα από τη γαλλική μυστική αστυνομία για συμμετοχή σε πολιτική συνωμοσία.
Την ημέρα που ο Υψηλάντης περνούσε τον Προύθο ξεκίνησε και η συνωμοσία της Λα Ροσέλ, δηλαδή το κίνημα των υπαξιωματικών που είχε στόχο να ανατρέψει τη γαλλική μοναρχία.
Ο Μπάουρινγκ συλλαμβάνεται γιατί η γαλλική αστυνομία υποψιάζεται πως είναι ο σύνδεσμος μεταξύ των Ισπανών φιλελεύθερων με τους Βρετανούς ομοϊδεάτες τους και πως καθώς ταξιδεύει από την Ισπανία στη Μεγάλη Βρετανία, διαμέσου της Γαλλίας, έρχεται σε επαφή και με τα γαλλικά φιλελεύθερα δίκτυα. Τα δίκτυα αυτά ήταν παραπάνω από επικίνδυνα. Την ίδια ημέρα που ο Υψηλάντης περνούσε τον Προύθο για να κηρύξει την Επανάσταση, ξεκίνησε η συνωμοσία της Λα Ροσέλ, δηλαδή το κίνημα των υπαξιωματικών που είχε στόχο να ανατρέψει τη γαλλική μοναρχία. Στη δίκη των υπαξιωματικών αποκαλύφθηκε πως το σύνθημα που είχαν υιοθετήσει ήταν «Πάργα-Ελλάς». Το είχαν, μάλλον, επιλέξει γιατί η παραχώρηση της Πάργας από τους Βρετανούς στον Αλή Πασά είχε πρόσφατα συγκλονίσει όλους τους φιλελεύθερους στην Ευρώπη. Αλλά πιθανόν η επιλογή να μην ήταν και τόσο τυχαία. Εδώ εμπλέκεται και ο Μπάουρινγκ.
Ο Βρετανός συλλαμβάνεται στο Καλαί γιατί υπάρχουν υποψίες πως οργανώνει απόδραση όσων συνωμοτών είχαν καταδικαστεί αλλά δεν είχαν εκτελεστεί. Η γαλλική μυστική αστυνομία γνωρίζει πως ο Μπάουρινγκ ανήκει σε κύκλο Bρετανών ριζοσπαστών που έβλεπε θετικά τη Γαλλική Επανάσταση και που είχε αντιδράσει έντονα στην παραχώρηση της Πάργας. Και όχι μόνο αυτό. Ενα μέλος αυτού του κύκλου έγραφε τον Οκτώβριο του 1817: «Για να επιτευχθεί το ταχύτερο η μελλοντική ανεξαρτησία της Ελλάδας, θα πρέπει να κρατήσουμε εμείς [οι Βρετανοί] τα νησιά του Ιονίου και παράλληλα να φροντίσουμε να διαδοθεί η Παιδεία ανάμεσα στους Ελληνες. Ομως για να πετύχουμε αυτόν τον σημαντικό σκοπό θα πρέπει να κρατήσουμε την Πάργα, ένα εφαλτήριο στην περιοχή που θα μας προσφέρει μεγάλο στρατηγικό πλεονέκτημα». Ο Μπάουρινγκ κατηγορήθηκε πως σχεδίαζε να συναντήσει τον Κάρολο Φαβιέρο που ήταν ο σύνδεσμός του. Γνωρίζουμε τη συνέχεια. Ο Φαβιέρος ήρθε στην Ελλάδα και συνέβαλε ουσιαστικά στον Αγώνα, ο Μπάουρινγκ αμέσως μετά την απόλυσή του από τη φυλακή ίδρυσε το Φιλελληνικό Κομιτάτο στο Λονδίνο μαζί με τον Εντουαρντ Μπλακιέρ, τον πρώτο απεσταλμένο του Κομιτάτου στην Ελλάδα.
Ο Μπλακιέρ, που είχε περάσει τρία χρόνια στην Ισπανία ενισχύοντας τη φιλελεύθερη επανάσταση εκεί, μέχρι να φτάσει στον Μοριά, στα τέλη Απριλίου του 1823, συναντήθηκε με εκπροσώπους των φιλελεύθερων δικτύων στη Γαλλία, την Ιταλία και τα Επτάνησα. Η βασική του αποστολή ήταν να ελέγξει εάν το πολίτευμα της επαναστατικής Ελλάδας ήταν πράγματι δημοκρατικό και φιλελεύθερο. Ο δεύτερος εκπρόσωπος του Κομιτάτου, ο Συνταγματάρχης Στάνχοπ, που ταξίδεψε στην Ελλάδα για να ιδρύσει τέσσερις φιλελεύθερες εφημερίδες, φρόντισε πρώτα να έρθει σε επαφή με γερμανικά και ελβετικά δίκτυα που, μεταξύ των άλλων, τον πληροφόρησαν ποιοι Ελληνες διανοούμενοι είχαν δράση στα δίκτυα αυτά πριν από την Επανάσταση και επομένως θα μπορούσε να τους εμπιστευτεί.
Ενας από αυτούς, ο Γεώργιος Ψύλλας (τον οποίο ο Στάνχοπ επέλεξε για διευθυντή της εφημερίδας που θα κυκλοφορήσει στην Αθήνα), ήταν συμφοιτητής του Καρλ Ζαντ, του νεαρού φοιτητή που δολοφόνησε τον ρωσόφιλο συντηρητικό συγγραφέα Αουγκουστ φον Κότσεμπου τον Μάρτιο του 1819. Στο πολιτικό μανιφέστο/σημείωμα αυτοκτονίας ο Ζαντ αναφερόταν στους Ελληνες που ετοιμάζονται να επαναστατήσουν για να απελευθερώσουν την πατρίδα τους. Ο Ζαντ δεν γνώριζε, βέβαια, την ύπαρξη της Φιλικής Εταιρείας. Αλλά είχε ακούσει για τον Ρήγα από τους Ελληνες συμφοιτητές του που πιθανόν ανήκαν σε διάφορες μυστικές οργανώσεις. Οπως ο Εμμανουήλ Ξάνθος που έγινε τέκτονας στα Επτάνησα, ο Αθανάσιος Τσακάλωφ που υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος του ημι-τεκτονικού «Ελληνικού Ξενοδοχείου» στο Παρίσι και ο Νικόλαος Σκουφάς που ήταν μέλος μια καρμποναρικής ομάδας στη Μόσχα, την οποία είχε οργανώσει ο Κωνσταντίνος Ράδος που είχε μυηθεί στον καρμποναρισμό ως φοιτητής στην Πίζα.
Τι μας λένε όλα αυτά; Ενα πρώτο συμπέρασμα είναι πως η Ελληνική Επανάσταση είναι πολύ πιο συναρπαστική απ’ όσο νομίζουμε. Ενα δεύτερο είναι πως πρέπει να ξαναδούμε με προσοχή την ιστορία της Φιλικής Εταιρείας, δηλαδή του ελληνικού συνωμοτικού δικτύου που έδρασε ταυτόχρονα, παράλληλα και πιθανόν από κάποιες απόψεις συντονισμένα με τα ευρωπαϊκά. Ενα τρίτο συμπέρασμα είναι πως δεν έχει κανένα νόημα να αντιμετωπίζουμε την Επανάσταση με εθνοκεντρική ματιά και να ξεχνάμε πως ήταν ένα διεθνές γεγονός. Φυσικά η Επανάσταση του 1821, όπως και κάθε επανάσταση, έχει πολλές άλλες διαστάσεις και η σχέση της με τα φιλελεύθερα δίκτυα φωτίζει ορισμένες μόνο πτυχές της. Αλλά είναι αδύνατον να την κατανοήσεις αν δεν λάβεις σοβαρά υπόψη σου τι σημαίνει επανάσταση στην Ευρώπη του 1820-1821. Διότι η εξέγερση των Ελλήνων μετατράπηκε σε μια από τις πιο ριζοσπαστικές επαναστάσεις της περιόδου εξαιτίας και της εμπλοκής αυτών των φιλελεύθερων δικτύων από το στάδιο της προετοιμασίας της μέχρι την επιτυχή κατάληξή της, που οφείλει πολλά στα ίδια δίκτυα, τα οποία, κυριαρχώντας πλήρως στη δημόσια σφαίρα, ενίσχυσαν τους Ελληνες με πολλαπλούς τρόπους.