3 γυναικοκτονίες σε 48 ώρες. Θα πει πάνω από 1 γυναίκα την ημέρα βρήκε φριχτό θάνατο από σύντροφο, εραστή ή σύζυγο. Θα πει 1 γυναίκα κάθε 15 ώρες σε μία χώρα 10 εκατομμυρίων σκοτώνεται από κάποιον που κάποτε αγάπησε.
Εμπιστεύτηκε και έκλεισε την πόρτα του σπιτιού, όπως κάνουμε όλοι, για να προστατέψουμε τον βίο τον ιδιωτικό. Κι αυτή η ιδιωτικότητα παραβιάζεται από την κουτσομπόλα που περιμένει ακόμη να δει αν παντρευτήκατε ή αν είστε ακόμη γκόμενοι, από τον κ. Κώστα, το διαχειριστή που χτυπάει κάθε πρώτη και 15 του μηνός να εισπράξει τα κοινόχρηστα, γιατί ξέρει ότι πληρώνεσαι κάθε 15 μέρες, το άκουσε που το έλεγες στο τηλέφωνο στο μπαλκόνι, κι από την φοιτήτρια που σπουδάζει στο παιδαγωγικό και ξέρει ότι κάνετε σεξ κάθε Σαββατοκύριακο και στήνει αυτί με τις φίλες της.
Κανείς όμως δεν ακούει τη βία. Η βία είναι μουγγή. Πώς γίνεται κάτι που κάνει τόσο θόρυβο να μην ακούγεται; Δεν ακούγονται οι δυνατές φωνές τα βράδια, ούτε το ποτήρι που σπάει στη μεσοτοιχία με το διαμέρισμα του κ. Αποστόλη. Δεν ακούγονται ούτε οι βρισιές μέρα-μεσημέρι, την ώρα που ο κ. Αποστόλης τρώει φασολάκια με τη γυναίκα του.
Δεν ακούγεται εκείνη η γυναίκα που κλαίει, κι όταν ένα βράδυ χτυπήσει την πόρτα του κ. Αποστόλη η γυναίκα του θα της πει «Μην κλαις κορίτσι μου, έτσι είναι οι σχέσεις, χρειάζονται υποχωρήσεις. Εγώ με τον άντρα μου είμαστε 30 χρόνια μαζί, θέλει υπομονή».
Κι όταν ένα απόγευμα συρθεί κλαίγοντας μέχρι το αστυνομικό τμήμα, θα αρχειοθετήσουν τη μήνυσή της, αν πετύχει τον Αλέξη δηλαδή, τον ευαίσθητο μπάτσο που στον ελεύθερο του χρόνο παίζει κιθάρα, και θα τη στείλουν σπίτι της. Κι αν δεν πετύχει τον Αλέξη, απλώς θα τη στείλουν σπίτι της. Σ’ αυτό, με τα σπασμένα ποτήρια, τις μελανιές και τα κλάματα. Κι όταν ένα βράδυ την πάει ο άντρας της με σπασμένο χέρι και μαυρισμένο μάτι στο νοσοκομείο, η ακτινολόγος θα καταλάβει, γιατί είναι γυναίκα. Και μπορεί να φωνάξει και την αστυνομία. Κι αν έρθει ο ευαίσθητος μπάτσος ο Αλέξης, θα αρχειοθετήσει τη μήνυση και θα τη στείλει σπίτι της. Αν όχι…
Οι γυναίκες στην ιστορία μου δεν έχουν όνομα. Μερικές αποκτούν όνομα όταν πεθάνουν. Που και πάλι δηλαδή το όνομα αυτό συνήθως είναι «η γυναίκα από τη Ζάκυνθο» ή η 17χρονη από το Περιστέρι. Ενώ θέλησαν απλώς να είναι η Ελένη που αγαπήθηκε πολύ, η Αλκμήνη που είχε μια αγκαλιά να κρυφτεί, η Ζωή που μπόρεσε να ξεφύγει.