Για τον τρόπο διαχείρισης της πανδημίας από την εκάστοτε τοπική αυτοδιοίκηση έκανε λόγο ο Υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας, Νίκος Χαρδαλιάς κατά την διάρκεια της χθεσινής διαδικτυακής εκδήλωσης για τις επιπτώσεις του covid-19, που διοργάνωσε η Ένωση Περιφερειών Ελλάδος.
Με αφορμή ερώτηση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται λόγω κορωνοϊού στα διοικητικά της κάθε περιοχής σχετικά με το θέμα της επιδημίας, ο κ. Χαρδαλιάς τόνισε:
« Πρέπει η Αυτοδιοίκηση και ειδικά οι Δήμαρχοι να αναλάβουν την ευθύνη τους απέναντι σε όλο αυτό. Ένα πανηγύρι γίνεται γιατί ένας Δήμαρχος παραχωρεί έναν χώρο. Άρα εκ των πραγμάτων ο Δήμαρχος που παραχωρεί τον χώρο, προφανώς έχει την ευθύνη να ελέγξει ότι τηρούνται τα μέτρα και τα πρωτόκολλα που οι επιδημιολόγοι μας έχουν καταθέσει. Άρα, με την περισσή ευθύνη που όλον αυτόν τον καιρό πορευθήκαμε, μην περιμένουμε οριζόντιες νόρμες, ότι απαγορεύονται όλα τα πανηγύρια. Ο καθένας θα σταθμίσει τα δεδομένα της περιοχής του το είδος των εκδηλώσεων που πρέπει και αν πρέπει να γίνουν. Η προσωπική μου άποψη είναι ξεκάθαρη. Δεν είναι ώρα ούτε για πανηγύρια ούτε για συναθροίσεις ούτε για το παραμικρό. Είναι ώρα ευθύνης για τι τίποτα δεν έχει τελειώσει. “
Σε ό,τι αφορά την εφαρμογή μέτρων σε περίπτωση επιδημιολογικού φορτίου που διαπιστώνεται και με δεδομένο ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί πάλι ένα οριζόντιο lockdown στη Χώρα, ο κ. Χαρδαλιάς ανέφερε: “ Υπάρχουν πρωτόκολλα διαδικασιών. Δεν υπάρχουν οριζόντιες αντιμετωπίσεις. Ανάλογα με το σενάριο ενεργοποιούνται και ορισμένα πρωτόκολλα. Δεν υπάρχει αυτό που ακούω πολύ συχνά, στα πόσα κρούσμα πάμε στο lockdown. Πολύ καλά γνωρίζουν και οι επιδημιολόγοι μας ότι μπορεί να έχουμε 60 κρούσματα, π.χ., σε μια περιοχή, τα οποία όμως να είναι σε ελεγχόμενο κύκλο και να μπορούμε να τα στεγανοποιήσουμε, ενώ μπορεί να έχουμε 5 κρούσμα διάσπαρτα σε μια κοινότητα, που οι ιχνηλατήσεις να δείχνουν ότι μπορεί να λειτουργήσουν ως πολλαπλασιαστής, οπότε θα ληφθούν οι ανάλογες αποφάσεις, τοπικά. Δεν υπάρχει μοτίβο πάνω σε αυτό και η συζήτηση σε σχέση με τον αριθμό των κρουσμάτων, ποσοτικά, είναι και αβάσιμη και πέρα από κάθε επιχειρησιακή προσέγγιση. “