Tου συγγραφέα και ακαδημαϊκού, Αριστείδη Χατζή.
Υπάρχει άνθρωπος σ’ αυτόν τον τόπο που πραγματικά περίμενε ότι αυτό το σχέδιο, με τη φωτογραφική απαγόρευση κόμματος, θα πήγαινε καλά; Υπάρχει άνθρωπος που πραγματικά θεωρούσε ότι θα τελείωνε εύκολα και ανώδυνα; Υπάρχει άνθρωπος που πραγματικά πίστευε πως δεν θα εξευτελιστούν θεσμοί και κράτος δικαίου; Υπάρχει, έστω και ένας, που ακόμα και σήμερα ελπίζει ότι, έστω κι έτσι, θα ξεμπερδέψουμε, ότι αυτό που γίνεται θα είναι αποτελεσματικό;
Και τι συνέβη τελικά; Πυροβολήσαμε το πόδι μας. Και το ξαναπυροβολήσαμε. Και το ματαξαναπυροβολήσαμε.
Αυτά έγραφα στις 18 Ιανουαρίου και δυστυχώς δεν θα άλλαζα λέξη:
————————————————————————–
Να αμύνεται η Δημοκρατία, να αμύνεται. Να αμύνεται κατά των εχθρών της. Καμία αντίρρηση. Αλλά ας απαντήσουμε σε κάποια ερωτήματα.
(α) Υπάρχουν όρια σ’ αυτήν την άμυνα; Ή πρόκειται για άμυνα-λάστιχο – την τραβάμε όσο θέλουμε και μας εξυπηρετεί;
(β) Ποιοι είναι οι εχθροί της Δημοκρατίας; Ποιες πράξεις σε καθιστούν εχθρό της; Το λάστιχο, δηλαδή, το τεντώνουμε και όποιον πάρει ο Χάρος ή το τεντώνουμε με τρόπο που να συμπεριλάβει όσους εμείς εκ των προτέρων θέλουμε να συμπεριλάβει και αφήνουμε απέξω όσους δεν θέλουμε να συμπεριλάβει;
(γ) Αυτή η άμυνα (ελαστική ή ανελαστική) θα είναι αποτελεσματική ή θα λερώσουμε τα χέρια μας χωρίς λόγο; Ακόμα χειρότερα: μήπως εκεί που νομίζουμε πως αμυνόμαστε, φάμε τελικώς περισσότερα γκολ;
(δ) Κάθε επιλογή μας δημιουργεί προηγούμενο. Ειδικά αν είναι ad hoc, ευκαιριακή, «φωτογραφική». Τότε το προηγούμενο γεννά αποτελέσματα που είναι ανεξέλεγκτα και απρόβλεπτα. Γεννά, συχνά, τέρατα.
(ε) Από ποιο σημείο υπερβάλλουσας άμυνας και μετά, η Δημοκρατία αρχίζει να μεταλλάσσεται σε κάτι διαφορετικό;
(στ) Η περίοδος 1929-1974 μας έδωσε κάποιο μάθημα σχετικά με τα παραπάνω;
Όλα αυτά είναι σκόρπιες σκέψεις. Σιχαίνομαι ό,τι σιχαίνεστε κι εσείς. Αλλά αυτό δεν μου αρκεί. Χρειάζομαι και καλά επιχειρήματα. Άκουσα αρκετά, έχουν ενδιαφέρον, δεν με έπεισαν όμως πως απαντούν ικανοποιητικά στα παραπάνω ερωτήματα. Μακάρι να απαντήσουν. Μακάρι να κάνω λάθος, να είμαι ένας άπιστος Θωμάς. Αλλά δεν είμαι – ακριβώς το αντίθετο: Θέλω να πεισθώ τόσο πολύ που δεν έχω εμπιστοσύνη ούτε στον εαυτό μου. Δεν νομίζω πως μπορώ να κρίνω αντικειμενικά την αξία των επιχειρημάτων, χωρίς να επηρεάζομαι από τις ισχυρές (στην περίπτωση αυτή) πολιτικές προτιμήσεις μου. Κι αυτό με κάνει να ανησυχώ ακόμα περισσότερο για την ορθοκρισία μου. Και με υποχρεώνει να ζητώ περισσότερες εγγυήσεις, μεγαλύτερη συστηματικότητα, πιο στέρεη επιχειρηματολογία. Δεν ζητάω πολλά. Αυτά θα έπρεπε να είναι δεδομένα, έτσι κι αλλιώς.