ΑπόψειςΝέαΕιδήσεις

Αριστείδης Χατζής: «Όλη η σαβούρα της πολιτικής χίμηξε στα αξιώματα»

«Όλη η σαβούρα της πολιτικής χίμηξε στα αξιώματα»

Δημητράκης: Εδώ του προσφέραν υπουργείο! Ξέρεις τι θα πει υπουργείο; Εξουσία! Υπουργός σου λέει, δεν καταλαβαίνεις;
Μαρία (η σύζυγός του): Ε, και ύστερα;

Λεωνίδας (ο αδελφός του): Εσύ θα δεχόσουν δηλαδή;

Δημητράκης: Αν θα δεχόμουν! Άκου ερώτηση που μου κάνει! Εξουσία Λεωνίδα, ξέρεις τι θα πει εξουσία;

Λεωνίδας: Κάνεις μια παρεξήγηση Δημητράκη. Σήμερα ο τόπος έχει φτάσει σε τέτοια εξαθλίωση που χαμηλώσανε τα πάντα: τα αξιώματα, οι θέσεις, τα υπουργεία…

Δημητράκης: Μα περί αυτού πρόκειται, τι σας λέω εγώ τόσο καιρό; Τώρα που χαμηλώσανε, χοπ τα καβαλάς! Μοναδική ευκαιρία! Υπουργός κατάντησε να γίνεται ο κάθε τενεκές…

Λεωνίδας: Λοιπόν, τι θα ‘θελες εσύ ανάμεσα στους τενεκέδες;

Δημητράκης: Εγώ… Εγώ είμαι άλλο!

Λεωνίδας: Ε, πώς άλλο;

Δημητράκης: Εγώ Λεωνίδα είμαι πρόσωπο πολιτευόμενο! Το ίδιο είναι; Εγώ εργάστηκα, εγώ αγωνίστηκα για τον λαό! Θα με συγκρίνεις τώρα με τις διάφορες προσωπικότητες του κάρου;
* * *

Το 1946 ο 39χρονος Δημήτρης Ψαθάς, ένας φιλελεύθερος κεντρώος δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας, έγραψε την πιο τολμηρή πολιτική του σάτιρα, το «Φον Δημητράκης», έναν κόλαφο κατά του δωσιλογισμού αλλά και του πολιτικού καιροσκοπισμού. Ο Δημητράκης είναι ένας αποτυχημένος πολιτευόμενος που βρίσκει την ευκαιρία να γίνει υπουργός κρατικής ασφαλείας αλλά σε μια κατοχική (δωσιλογική) κυβέρνηση. Για την εξουσία είναι διατεθειμένος να γίνει προδότης και να πουλήσει την ψυχή του στο διάβολο.

Ο Ψαθάς (που είχε σχέσεις με το ΕΑΜ τότε) έδωσε το έργο στον αριστερό Θίασο Ενωμένων Καλλιτεχνών (οι περισσότεροι, αν όχι όλοι οι ηθοποιοί, ήταν μέλη του ΕΑΜ) που το ανέβασε στο Θέατρο Βρετάνια σε σκηνοθεσία Τάκη Μουζενίδη. Στον ρόλο του Δημητράκη εμφανίστηκε ο Κωνσταντινουπολίτης ηθοποιός Αντώνης Γιαννίδης. Ο Γιαννίδης ήταν ένας από τους συνιδρυτές του θιάσου μαζί με τον Αιμίλιο Βεάκη και τον Γιώργο Σεβαστίκογλου. Τον Γιαννίδη δεν τον έχετε ακουστά γιατί μαζί με τον Σεβαστίκογλου συμμετείχαν στον Εμφύλιο και μετά την ήττα κατέφυγαν στην ΕΣΣΔ ως πολιτικοί πρόσφυγες. Πέθανε στη Μόσχα το 1968.

Ο Σεβαστίκογλου, αντιθέτως, είναι πολύ γνωστός γιατί επέστρεψε στην Ελλάδα το 1965-67 και μετά το 1974, δίδαξε ενδιάμεσα στο Παρίσι, έγραψε και σκηνοθέτησε έργα, έζησε μέχρι το 1991 και ήταν βέβαια ο σύζυγος της Άλκης Ζέη. Ο Αιμίλιος Βεάκης, ίσως ο διασημότερος των τριών, έμεινε στην Ελλάδα μετά το τέλος του εμφυλίου, ουσιαστικά παροπλισμένος και πέθανε απογοητευμένος το 1951. Ευτυχώς μπορούμε να τον δούμε σήμερα σε δύο ταινίες της Φίνος Φιλμς.
Ο «Φον Δημητράκης» είχε μεγάλη επιτυχία παιζόταν σχεδόν ασταμάτητα μέχρι το 1947 στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη (το ανέβασε στον Έσπερο ο Σεβαστίκογλου με τον πάντα καλό Δήμο Σταρένιο στον πρωταγωνιστικό ρόλο), ακόμα και στην Αλεξάνδρεια με τον θίασο της κας Κατερίνας και τον Γιαννίδη στον ομώνυμο ρόλο, την Κύπρο και το Σουδάν!
Είναι ενδιαφέρουσα η διαφορετική πρόσληψη του έργου από το 1946 όταν ο Μάνος Αυγέρης στον «Ριζοσπάστη» κατηγορεί τον Ψαθά για μια αστική, επιφανειακή αντιμετώπιση της Αντίστασης μέχρι τη διθυραμβική κριτική της Αριστούλας Ελληνούδη, 53 χρόνια αργότερα, πάλι στον «Ριζοσπάστη» που βλέπει στο έργο του Ψαθά έναν ύμνο για την Εαμική Αντίσταση.

Το έργο θάφτηκε μετά το 1947 για ευνόητους λόγους. Η μοναδική παράσταση που ανέβηκε ήταν αυτή που οργάνωσε to 1958 ο Δημήτρης Ροντήρης με σπουδαστές της Δραματικής Σχολής του Ωδείου Αθηνών και ανέβηκε στην Ποντιακή Στέγη στην Κοκκινιά. Το έργο είχε μόλις ανακαλύψει και προτείνει ο σπουδαστής τότε Κώστας Γεωργουσόπουλος. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε ο καλός ηθοποιός Γιάννης Κανδήλας, μόλις 26 ετών τότε. Έναν μικρό αλλά αβανταδόρικο ρόλο ανέλαβε ο 28χρονος Κοκκινιώτης, Τόλης Βοσκόπουλος ενώ τη σύζυγό του Δημητράκη ερμήνευσε η 26χρονη Δέσποινα Στυλιανοπούλου. Το έργο παίχτηκε για 10 παραστάσεις κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της αστυνομίας.

Όμως το 1979 ο Θύμιος Καρακατσάνης αποφάσισε να το ανεβάσει στο Θέατρο Αλάμπρα σε μια παράσταση που είχε τόση επιτυχία ώστε ο ρόλος ταυτίστηκε με τον ηθοποιό (σκηνοθεσία Κώστα Μπάκα). Στην πρεμιέρα (10 Οκτωβρίου 1979) ο Ψαθάς ήταν τόσο ενθουσιασμένος που δεν το πίστευε. Έγραψε στον Γεωργουσόπουλο, «τώρα μπορώ να πεθάνω». Και πράγματι πέθανε ακριβώς έναν μήνα μετά την πρεμιέρα, στα 72 του. Το έργο είχε τρομακτική επιτυχία για δύο σεζόν. Στη 200η πανηγυρική παράσταση ήταν παρόντες ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Ανδρέας Παπανδρέου, ο Γ.Γ. του ΚΚΕ, Χαρίλαος Φλωράκης, η μεγάλη Ελληνίδα ηθοποιός Άννα Συνοδινού (υφυπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών στην κυβέρνηση Καραμανλή τότε) και ο Αλέκος Σακελλάριος.

Δυστυχώς δεν έχω δει τον Καρακατσάνη στο πρώτο ανέβασμα. Τον είδα πολύ αργότερα, το 1999. Αγαπώ πολύ τον Καρακατσάνη αλλά νομίζω ότι η πληθωρική παρουσία του και η καρικατούρα που κατασκεύασε αδικεί τον πολύ πιο σύνθετο χαρακτήρα που έπλασε ο Ψαθάς (ο οποίος είναι και ο πιο ενδιαφέρων ρόλος του έργου γιατί οι άλλοι είναι ρόλοι είναι πραγματικές καρικατούρες).

Νομίζω ότι στον ρόλο αυτό πρέπει να ξεχωρίσουμε την ερμηνεία δύο μεγάλων Ελλήνων ηθοποιών που δεν τους έχουμε τιμήσει όσο τους αξίζει. Ο ένας ήταν ο Γιάννης Μιχαλόπουλος, που πρωταγωνίστησε στην παράσταση του Εθνικού το 1993. Όποιος είχε την τύχη να δει τον Μιχαλόπουλο στο θέατρο (ευτυχώς έχει γυρίσει και αρκετές ταινίες) μπορεί να αντιληφθεί το μέγεθος του ηθοποιού. Εξίσου εξαιρετικός ήταν ο 39χρονος, το 1990, Γιώργος Παρτσαλάκης στο τηλεοπτικό Θέατρο της Δευτέρας. Ο Παρτσαλάκης είναι τόσο μεγάλος ηθοποιός που καταφέρνει συστηματικά (τουλάχιστον σε όλες τις περιπτώσεις που τον έχω δει εγώ) να ερμηνεύει έναν κλασικό ρόλο με τέτοιον τρόπο που ακόμα κι όταν ο ρόλος έχει ταυτιστεί με τον ηθοποιό που το πρωτοανέβασε, καθώς βλέπεις τον Παρτσαλάκη είτε ξεχνάς την πρώτη ερμηνεία, είτε διαπιστώνεις πως ο Παρτσαλάκης ήταν τελικώς καλύτερος.

[Δεν έχω δει τον Πέτρο Φιλιππίδη στη, διαβόητη πλέον, παράσταση του 2013 και δεν έχω άποψη.]

Στην εικόνα βλέπετε τον Γιάννη Μιχαλόπουλο στη σκηνή του Εθνικού μαζί με τον Χρήστο Δαχτυλίδη (στον ρόλο του Λεωνίδα), έναν άλλον κορυφαίο Έλληνα ηθοποιό που τον γνωρίζουμε, ευτυχώς, από τον κινηματογράφο. Στα σχόλια ο πρώτος διδάξας Αντώνης Γιαννίδης και βέβαια ο Γιώργος Παρτσαλάκης.

Αντιγραφή από το facebook profile του συγγραφέα και ακαδημαϊκού, Αριστείδη Χατζή.

Show More

Related Articles

Back to top button