Ήμουν τριών-τεσσάρων όταν συνάντησα για πρώτη φορά άνθρωπο μαύρο. Για την ιστορία ήταν ο τότε παίκτης του ΠΑΟΚ Ken Barlow. Τον κοιτούσα αποσβολωμένη. Τράβηξα το μανίκι της μητέρας μου και της φώναξα: «Μαμά κοίτα! Κοίτα τι ψηλός άνθρωπος!» Μέχρι σήμερα μετανιώνω γι’ αυτή μου τη διάκριση, καταπραΰνω τις ενοχές μου με το ότι ήμουν κάτω από ένα μέτρο τότε κι εκείνος 2,08, οπότε η αντίθεση ήταν μάλλον μεγάλη.
Μεγαλώνοντας και αναπαράγοντας την ιστορία αυτή, μου εξήγησε η κοινωνία ότι η αντίθεση στο χρώμα του δέρματός μας ήταν μεγαλύτερη και αυτήν θα όφειλα να προσέξω: «Μα είναι μαύρος κι εσύ λευκή!». Μιας και η μητέρα μου, όμως, ήταν αρκετά ξανθιά και ο πατέρας μου αρκετά μελαχρινός, δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω αυτή μου τη διαφορά με τον Ken Barlow. Ακόμη και σήμερα παραμένει ένας κύριος κάπως πιο σκούρος απ’ τον πατέρα μου. Και πολύ ψηλός. Ντρέπομαι που το λέω, αλλά πάντα παραμένει πολύ ψηλός κι ας ψήλωσα κι εγώ από τότε.
Ένα χρόνο περίπου αργότερα, στα 5 μου, αναζητούσα με επιμονή να κατανοήσω τη λέξη «ξένος». Ακόμη και σήμερα με μπερδεύει αυτή η λέξη, μιας και δεν μπορώ να κατανοήσω πώς συνοψίζει την έννοια του «ανθρώπου από άλλη χώρα» και του «ανθρώπου που δεν γνωρίζουμε». Αν γίνει φίλος μας κάποιος από άλλη χώρα, για παράδειγμα, παραμένει ξένος με την πρώτη έννοια αλλά όχι με τη δεύτερη και, αν ένας συντοπίτης μας είναι παντελώς άγνωστος, είναι ξένος με τη δεύτερη έννοια αλλά όχι με την πρώτη. Πότε τελικά είναι κάποιος ξένος και πότε «δικός μας»;
Για να μην τα πολυλογώ, επειδή ήμουν ιδιαίτερα ζωηρό παιδάκι, μιλούσα σε όλους τους περαστικούς. Οι περισσότεροι με αγνοούσαν. Κάποια στιγμή, πλησίασα έναν γιαπωνέζο. Μου είπαν μετά, δηλαδή, ότι ήταν γιαπωνέζος. Ο κύριος γιαπωνέζος ήταν ο μόνος που έδειξε ενδιαφέρον στην προσέγγισή μου, μου χάιδεψε τα μαλλιά, μου είπε κάτι στη γλώσσα του και έφυγε. Πλησίασα λοιπόν τη μαμά μου και της είπα με αυτοπεποίθηση: «Αυτός ο κύριος πάντως είναι σίγουρα δικός μας!»
Στα χρόνια που ακολούθησαν η κοινωνία έκανε φιλότιμες προσπάθειες να μου διδάξει τις διακρίσεις βάζοντας διάφορα μέτρα και σταθμά, χρώμα, μέγεθος, ύψος, όγκο, βάρος, σφραγίζοντας τους ανθρώπους με τη χώρα προέλευσης, θαρρείς και είναι σφαχτάρια που πάνε στο σφαγείο. Και, όπως αποδείχτηκε, τελικά εκεί πηγαίνουν…
Τα παιδιά όμως δεν ξέρουν από τέτοια μέτρα και σταθμά. Δε μας προτείνουν να καταργήσουμε όλα τα μετρικά συστήματα. Μπορούμε απλώς να τα κρατήσουμε για τα φρούτα και τα λαχανικά. Και ίσως τότε θα βλέπουμε μόνο ανθρώπους…