ΠολιτισμόςΚινηματογράφοςΨυχαγωγίαΝέαΕιδήσεις

Θανάσης Βέγγος: Ο “καλός μας άνθρωπος” έφυγε πριν 10 χρόνια

Σαν σήμερα, πριν από δέκα χρόνια έφυγε από τη ζωή ο Θανάσης Βέγγος, ένας από τους πιο δημοφιλείς κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου.

Ταυτίστηκε με την εικόνα του αεικίνητου ανθρώπου («τρέχω σαν τον Βέγγο»), ενώ η ατάκα του «καλέ μου άνθρωπε!» τον χαρακτήρισε προσωπικά, καθώς ξεχώρισε για το ήθος και τη σεμνότητά του. Απέδωσε με την μεγαλύτερη ευκρίνεια τον “φουκαρά” Έλληνα, τον “πολυτεχνίτη και ερημοσπίτη”, τον γκαφατζή, τον άνθρωπο για όλες τις δουλειές και της “καρπαζιάς”, που εξέπεμπε την καλοσύνη, ένα κράμα των κορυφαίων κωμικών παγκοσμίως, έχει μείνει ως “ο άνθρωπος που έτρεχε πολύ”.

Το σωστό θα ήταν ο άνθρωπος που πάντα έτρεχε. Κι αυτό γιατί έτρεχε, αρχικά, για να ξεφύγει από τις διώξεις, το σκληρό κράτος της μετεμφυλιακής Ελλάδας, τη Μακρόνησο, στη συνέχεια για το μεροκάματο και να ξεφύγει από την καταραμένη φτώχεια, την πείνα. Μπαίνοντας στον χώρο του κινηματογράφου, έτρεχε για να προλάβει, να δουλέψει, να ξεφύγει από την υποτίμηση των συναδέλφων του, να καταφέρει αυτό που είχε στο μυαλό του, να φτιάξει τις δικές του ταινίες, καλύτερες απ’ αυτές που του έδιναν, και μετά για να ξεπληρώσει τα χρέη του. Έτρεχε μέχρι τα γεράματά του, όσο κρατούσαν τα πόδια του.

Ο λαός τον λάτρεψε, τον αγάπησε βαθιά. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1978, σε ποδοσφαιρικό αγώνα δημοσιογράφων- ηθοποιών “στα Φιλαδέλφεια” πήγαν για να δουν τον Βέγγο πάνω από 40.000 άτομα! Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, όλοι πήγαν για να δουν τον δικό τους “καλό άνθρωπο”. Το οχτάστηλο πρωτοσέλιδο της “Αθλητικής” την επομένη ήταν «Ντελίριο 40.000 λαού για τον απίθανο Βέγγο». Αυτό δεν το κατάφερε φυσικά με τεχνικές, εξαίρετες ερμηνείες ή με γραφεία προώθησης, ιμπρεσάριους ή τη βιομηχανία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Το κατάφερε γιατί ήταν ένα αυτόφωτο ταλέντο, που απλώς έπαιζε τον εαυτό του, ένας άνθρωπος που εξέπεμπε μεγαθυμία, ήταν ένα με το λαό και δεν τον πούλησε ποτέ.

Loading video

Ακόμη και σήμερα, δέκα χρόνια από τον θάνατό του (3 Μαΐου 2011) παραμένει ο αγαπημένος μουσαφίρης της ελληνικής οικογένειας, με τις χιλιοπαιγμένες κωμωδίες του, που προβάλει η τηλεόραση καθημερινά.

Ο ήρωας πατέρας και η κληρονομιά της Μακρονήσου

Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο, στις 29 Μαΐου του 1927. Ήταν μοναχοπαίδι του Βασίλη και της Ευδοκίας Βέγγου,. Ο πατέρας του ήταν υπάλληλος στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού και ήρωας της αντίστασης. Συμμετείχε στην προσπάθεια να σώσει από την ανατίναξη που σχεδίαζαν οι Γερμανοί της Ηλεκτρικής Εταιρίας στο Φάληρο, στην οποία εργαζόταν. Το “ευχαριστώ” της Πολιτείας, μετά την κατοχή, ήταν η απόλυσή του, εξαιτίας των αριστερών φρονημάτων του. Έτσι, ο Θανάσης άρχισε να εργάζεται από μικρός για να βοηθήσει την οικογένειά του. Για πολλά χρόνια ασχολήθηκε με την επεξεργασία δερμάτων, ενώ παράλληλα έκανε διάφορα μικροθελήματα στη γειτονιά του.

Την εκδικητικότητα του κράτους όμως την κληρονόμησε και ο Θανάσης, που βρέθηκε στη Μακρόνησο, το κολαστήριο και τόπο μαρτυρίου για χιλιάδες φαντάρους αλλά και πολίτες. Εκεί, ο νεαρός Θανάσης θα γνωρίσει στο πετσί του τον εξευτελισμό, τα βασανιστήρια, το μίσος, αλλά και την αλληλεγγύη, τη φιλία, τη θυσία για ιδανικά. Θα γνωρίσει και θα συνδεθεί φιλικά με τον Νίκο Κούνδουρο, τον άνθρωπο που θα ανακαλύψει το ταλέντο του και θα του αλλάξει πορεία.

Μαγική Πόλη

Και αυτό γιατί ο Θανάσης, ξεκινώντας ως παιδί για όλες τις δουλειές στα κινηματογραφικά πλατό, θα βρεθεί να κάνει και κάποια ρολάκια. Το έναυσμα θα του το δώσει ο Κούνδουρος καλώντας τον, το 1953, να παίξει στη “Μαγική Πόλη”. Ο Κούνδουρος του ζήτησε απλώς να παίξει τον εαυτό του, τίποτα περισσότερο. Αυτό ήταν. Ο κόσμος του θεάματος είχε βρει τον κωμικό που μπορούσε να σε κάνει να γελάσεις με την καρδιά σου, να δακρύσεις, να αισθανθείς, να κατανοήσεις τι έχει τραβήξει αυτός ο λαός. Το 1956 ο Κούνδουρος θα τον φωνάξει και για τον “Δράκο” να παίξει ένα χαρακτηριστικό ρόλο.

Loading video

126 ταινίες

Ο Θανάσης Βέγγος γύρισε 126 ταινίες, πέρα από τις περιστασιακές εμφανίσεις του στο θέατρο και στη συνέχεια στην τηλεόραση, απ’ την οποία θα αποκομίσει, κακά τα ψέματα, ένα καλό και δίκαιο μεροκάματο, για τα δεδομένα του ερμηνευτικού του μεγαλείου. Παρότι δεν σπούδασε ποτέ υποκριτική και λαμβάνοντας άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος από την επιτροπή “Εξαιρετικών Ταλέντων” το 1959, έγινε γρήγορα αγαπητός μέσα από τους μικρούς ρόλους του που όμως έκαναν τη διαφορά. Ειδικά στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ήταν τέτοια η επιτυχία του που όλοι τον ήθελαν έστω και για ένα μικρό ρόλο στις ταινίες τους, φτάνοντας να παίζει κοντά 20 ταινίες τη χρονιά.

Loading video

Αληθινά χαστούκια

Το 1959 κι ενώ έχει παίξει σε αρκετές ταινίες, μερικές απ’ τις οποίες αρκετά καλύτερες απ’ τον μέσο όρο, θα εμφανιστεί στην κλασική κωμωδία “Ο Ηλίας του 16ου” δίπλα στον Κώστα Χατζηχρήστο, με την ιστορία για την περιβόητη σκηνή με τα αληθινά χαστούκια να τραντάζει το κεφάλι του ακόμη και στα τελευταία του. Ίσως γιατί ήρθαν κι έδεσαν με τα χαστούκια της ζωής. Σύντομα θα έρθει και η πρώτη του προσωπική μεγάλη επιτυχία, με το ξεκαρδιστικό “Πολυτεχνίτης και Ερημοσπίτης”, ερμηνεύοντας έναν επαρχιώτη που έρχεται στην Αθήνα για να πιάσει την καλή και μαζεύει σφαλιάρες από την αφιλόξενη πρωτεύουσα.

Θα συνεχίσει να συμμετέχει σε πολλές ταινίες με χαρακτηριστικούς δεύτερους ρόλους που έχουν γράψει ιστορία. Αλλά συνάμα θα αρχίσει να πρωταγωνιστεί και σε ορισμένες ταινίες, απ’ τις οποίες ξεχωρίζουν αυτές που φτάνουν στα όρια του σουρεάλ και αναδεικνύοντας το σλάπστικ ως μεγάλη έκφραση τέχνης, με τη μοναδικότητα που είχε με την ασυντόνιστη κίνηση και εκφορά λόγου. Κάτι που δεν κατάφερε κανένας νεότερος ηθοποιός να μιμηθεί.

Η Περιπέτεια της “ΘΒ Ταινίες Γέλιου”

Το 1964 θα μπει σε μεγάλες περιπέτειες, ιδρύοντας τη δική του εταιρεία παραγωγής την περίφημη “ΘΒ Ταινίες Γέλιου” για να γυρίσει τις δικές του ταινίες, προκειμένου να αποφύγει τη διαδεδομένη άρπα κόλα στο ελληνικό σινεμά. Κάτι που του κόστισε ακριβά, έχοντας και την κακή συνήθεια να πληρώνει καλά τους συνεργάτες του. Ανάμεσα στις εννιά ταινίες που θα προλάβει να γυρίσει, μέχρι να χρεοκοπήσει και να χάσει τα πάντα ήταν και οι απολαυστικές κωμωδίες “Δόκτωρ Ζιβέγγος”, “Τρελός Παλαβός και Βέγγος”, “Ένας Τρελός Τρελός Βέγγος” (ποιος θα ξεχάσει τον Θανάση να φωνάζει “ζήτω η ανοικοδόμηση” και να πηδάει από το παράθυρο) και βεβαίως τις δυο τεράστιες καλλιτεχνικές και εμπορικές ταινίες που γύρισε ο ίδιος, με ήρωα τον Πράκτορα Θου Βου 000.

Δύο υπέροχες ταινίες του παραλόγου, σατιρίζοντας τον Τζέιμς Μποντ και δίνοντας εκτός από σκηνές απαράμιλλης τρέλας και τη δυνατότητα στους ηθοποιούς που συμμετείχαν να δώσουν αξιομνημόνευτες ερμηνείες, με τον στενό συνεργάτη του Τάκη Μηλιάδη να δίνει τα ρέστα του στο ρόλο του σκηνοθέτη δακρύβρεχτων ταινιών. Ταινίες που όσες φορές και να δεις θα ξεκαρδιστείς και θα μελαγχολήσεις για το πώς έχει καταντήσει σήμερα η κωμωδία.

Τι Έκανες στον Πόλεμο Θανάση

Το 1971, μέσα στη χούντα, θα πρωταγωνιστήσει στην καλύτερη ταινία που έπαιξε ποτέ και μια από τις σημαντικότερες ταινίες του ελληνικού σινεμά. Πρόκειται για το αντιπολεμικό “Τι Έκανες στον Πόλεμο Θανάση; ” σε σκηνοθεσία του στενού φίλου του Ντίνου Κατσουρίδη (“Μπακαλόγατος”) με τον οποίο γύρισε μια σειρά κοινωνικών κωμωδιών τα επόμενα χρόνια. Η ιστορία γνωστή, με έναν ταλαίπωρο καλόκαρδο αφελή εργάτη να μπλέκεται στην αντίσταση, αλλά αξέχαστη η ερμηνεία του, που εκτός από το ανόθευτο γέλιο προκαλεί και ρίγη συγκίνησης. Κοινό και κριτική τον αποθεώνουν και αποσπά το βραβείο Α’ ανδρικού ρόλου. Έναν χρόνο μετά, με τον Κατσουρίδη θα γυρίσουν και την αξιολογότατη δραματική κωμωδία “Θανάση Πάρε το Όπλο Σου” (1972), ακόμη ένα χτύπημα για τη χούντα, αναδεικνύοντας και τον ρόλο των “νοικοκυραίων” της εποχής. Ο ρόλος αυτός του χαρίζει ένα ακόμη βραβείο Α’ ανδρικού ρόλου.

Τη δεκαετία του ’80 αποσύρεται από το σινεμά και κάνει λίγες βιντεοταινίες. Θα επιστρέψει στον κινηματογράφο το 1991, με την ταινία Ήσυχες μέρες του Αυγούστου του Παντελή Βούλγαρη. Η ερμηνεία του έχει πια διαφοροποιηθεί, είναι χαμηλών τόνων, αλλά μεγάλης εκφραστικότητας. Το 1995 συμμετείχε στην ταινία Το βλέμμα του Οδυσσέα, του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ενώ κορυφαία στιγμή υπήρξε ο ρόλος του στο “Όλα είναι δρόμος” του 1998.

Τελευταία εμφάνισή του στη μεγάλη οθόνη ήταν στην ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Ψυχή Βαθιά» (2009). Το 1997 εμφανίστηκε επίσης στην Επίδαυρο, στο ρόλο του Δικαιόπολι στους Αχαρνής και το 2001 στην Ειρήνη του Αριστοφάνη, με μεγάλη επιτυχία. Στην τηλεόραση, ο Θανάσης Βέγγος εμφανίστηκε στις σειρές: Βεγγαλικά (ΕΡΤ, 1988), Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης (ΑΝΤ1, 1990), Περί ανέμων και υδάτων (Mega, 2002), Έρωτας, όπως έρημος (ΝΕΤ, 2003), Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου (ΑΝΤ1, 2006) και Η Θεσσαλονίκη της νοσταλγίας μας (ΕΤ3, 2009).

Ο Θανάσης Βέγγος ήταν παντρεμένος με την Ασημίνα Βέγγου, με την οποία απέκτησε δυο γιους κι έζησε μαζί της μέχρι το τέλος της ζωής του, στις 3 Μαΐου του 2011.

Από που βγήκε η φράση που έλεγε συνέχεια ο Θανάσης Βέγγος

Αν υπάρχει μια φράση που μπορεί να περιγράψει τον Θανάση Βέγγο είναι το «Καλέ μου άνθρωπε». Την τήρησε πιστά μέχρι το τέλος της ζωής του και έτσι έχει μείνει στην συνείδηση του κοινού. Όπως είχε αποκαλύψει ο σκηνοθέτης Τάκης Παπαγιαννίδης στη «Μηχανή του Χρόνου», μια ημέρα τυχαία ο Βέγγος έπεσε πάνω σε ζευγάρι ηλικιωμένων. Ο άνδρας αναγνώρισε τον ηθοποιό και τον πλησίασε για του μιλήσει. “Καλέ μου άνθρωπε σ’ ευχαριστώ για τις ταινίες και για το γέλιο που μας χαρίζεις. Όταν σε βλέπω στον κινηματογράφο ξαλαφρώνω για τρεις μέρες από τις έννοιες μου», του είπε.

Τα λόγια του καθώς φαίνεται επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τον Θανάση Βέγγο και μέσα σε αυτή την ειλικρινή έκφραση, βρήκε και ο ίδιος την δική του αλήθεια. Για το ότι η καλοσύνη και η ευγένεια ήταν στάση ζωής για τον καλλιτέχνη, μίλησε και ο σκηνοθέτης Ντίνος Κατσουρίδης, ο οποίος είχε εκμυστηρευτεί στο Χρίστο Βασιλόπουλο ότι η έκφραση «Καλέ μου άνθρωπε» βγήκε μέσα από την ψυχή του, απευθυνόμενος στους απλούς ανθρώπους, γιατί «ο Θανάσης Βέγγος σε αυτούς απευθυνόταν, με αυτούς είχε να κάνει σε όλη την διάρκεια της καριέρας του».

Ο θεατρικός συγγραφέας Γιώργος Μιχαηλίδης περιέγραψε ένα περιστατικό ανάμεσα στον ίδιο και τον Θανάση Βέγγο κατά την διάρκεια των προβών στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου:

«Έρχεται μια μέρα και μου λέει…Βρε Γιώργο, βρε δάσκαλε κάνε μου μια χάρη. Τον ρωτάω «τι θέλεις Θανάση» – «Άσε με να πω «καλοί μου άνθρωποι» αυτό το περιβόητο σύνθημα του και του απαντώ «Θανάση μου για όνομα του Θεού, κολλάει κάπου αυτό»; ‘Έλα δάσκαλε Γιώργο κάνε μου τη χάρη αυτή, σε παρακαλώ» – «Άσε με να το σκεφτώ λίγο και αν βρω κάπου ένα κενό που να κολλάει θα σου το πω». Το σκέφτηκα πολύ και του λέω » Θανάση το βρήκα! Εκεί που γυρνάς από πάνω από τον Όλυμπο, εκεί που κάθεσαι και πλένεις τα πόδια σου…εκεί μπορεί να το πεις το «Καλοί μου άνθρωποι» – «Σ’ ευχαριστώ δάσκαλε» μου είπε. Όταν ακούστηκε στην Επίδαυρο το «Καλοί μου άνθρωποι» έπεσε το θέατρο από τα γέλια και από τα χειροκροτήματα».

Πηγή: enikos.gr με πληροφορίες από AΠΕ-ΜΠΕ, sansimera.gr, Μηχανή του Χρόνου

Show More

Related Articles

Back to top button