Στην δίνη της πανδημίας, την προσοχή – όχι μόνο την δική μου φαντάζομαι – τράβηξε ο συνανθρώπός μας με νοητική αναπηρία, που διακομίστηκε στο νοσοκομείο Καβάλας. Πεινασμένος, αφυδατωμένος και με υψυλό πυρετό ο 45χρονος νεαρός άνδρας έκλεγε γοερά όταν έφτασε στο νοσοκομείο.
Ο γιατρός κ. Ηλίας Τσιούλης που τον παρέλαβε περιγράφει: «45 χρονών, μυαλό παιδικό αθώο, ακίνητα χέρια, ακίνητα πόδια, ακίνητη και η διάγνωση του αυτισμού που του πρωτόδωσαν βρεφάκι. Τον φέραν μέσα στη νύχτα ανάμεσα σε τόσα φορεία. Παντού η ίδια εικόνα, παντού οι ίδιες λέξεις. Πνευμονία, χαμηλό οξυγόνο, αυτός εισαγωγή, εκείνος σπίτι, χρειαζόμαστε βοήθεια παιδιά, δεν προλαβαίνουμε/ποιος να σε ακούσει. Δύστυχε κανείς δεν θα σε ακούσει»
Αγκαλιά με τη νεκρή μάνα του, σε δυσπνοϊκή κατάσταση λόγω της προχωρημένης λοίμωξης και κλαίγοντας ασταμάτητα σα μικρό παιδί. Έτσι τον βρήκαν οι διασώστες του ΕΚΑΒ σπάζοντας την πόρτα και μπαίνοντας μέσα. Η μητέρα του είχε πεθάνει δύο τουλαχιστον μέρες πριν κι εκείνος δεν την άφηνε από την αγκαλιά του.
Και αμέσως μου ήρθαν στο μυαλό και δύο ακόμη γεγονότα του σχετικά πρόσφατου παρελθόντος.
Το ένα αφορούσε έναν υπερήλικα πατέρα που φρόντιζε τον, με νοητική αναπηρία, γιό του. Αφού τον σκότωσε, αυτοκτόνησε. Ως πατέρας κι εγώ, δεν μπορώ να φέρω στο νου μου πιο τραγική φιγούρα από αυτόν τον πατέρα. Ο ίδιος ανέβηκε το Γολγοθά του, αλλά δεν ήθελε να παραδώσει στον άλλο του γιό την ευθύνη μιας επίπονης φροντίδας.
Το δεύτερο γεγονός αφορούσε σε ένα παιδί που, αφού έχασε και τους δυο γονείς του, πέθανε από το κρύο σε ένα παγκάκι στο δρόμο.
Και τα τρία αυτά γεγονότα έχουν έναν κοινό παρονομαστή: την έλλειψη δομών φιλοξενίας για αυτούς τους συνανθρώπους μας, ενδεχόμενα με την μορφή ημιαυτόνομης διαβίωσης, μια δομή απαραίτητη ειδικά για τη στιγμή που θα στερηθούν της προστασίας των γονιών τους.
Στην χώρα μας τα άτομα με ειδικές ανάγκες αποτελούν περίπου το 10%, του πληθυσμού. Αρκετοί από αυτούς έχουν ανάγκη αυτών των δομών, οι οποίες στην Ελλάδα απουσιάζουν.
Η ιδιωτική πρωτοβουλία και κυρίως οι γονείς αυτών των ατόμων, αγωνίζονται να φτιάξουν κάτι ,αλλά κανενός το οικονομικό μπόι δεν φτάνει να καλύψει μια τέτοια προσπάθεια χωρίς την κρατική μέριμνα.
Δεν πρέπει να περιμένουμε να απαλλαγούμε από την πανδημία για να δείξουμε την ανάλογη ευαισθησία, για τόσο σοβαρά προβλήματα που μας εκθέτουν όλους.
Η ευαισθησία, το ενδιαφέρον και η προσπάθεια των γονιών αυτών των παιδιών είναι δεδομένα. Άλλωστε, όλη τους την ζωή την περνούν με την αγωνία τι θα απογίνουν τα παιδιά τους, όταν οι ίδιοι φύγουν από την ζωή.
Εκείνο που λείπει είναι το ενδιαφέρον της κεντρικής εξουσίας, και σε θεσμικό αλλά κυρίως σε οικονομικό επίπεδο. Η τοπική αυτοδιοίκηση, σε συνεργασία με τους τοπικούς φορείς, μπορούν να υλοποιήσουν τέτοια προγράμματα, αρκεί οι εκάστοτε κυβερνώντες να μην προσπερνούν τα δράματα που εκτυλίσσονται γύρω μας κάνοντας πως, ούτε τα βλέπουν ούτε τα ακούν.
*Ο Τηλέμαχος Χατζηαθανασίου είναι ιατρός – χειρουργός και πρώην διευθυντής της χειρουργικής κλινικής του Νοσοκομείου Βέροιας. Εργάστηκε ως γιατρός για 46 χρόνια, με ταυτόχρονη 12 ετή θητεία στην τοπική αυτοδιοίκηση, τόσο ως αντιδήμαρχος όσο και ως πρόεδρος δημοτικού συμβουλίου, με βασικό αντικείμενο ενασχόλησης τα κοινωνικά ζητήματα.