ΠολιτισμόςΜουσικήΝέαΕιδήσεις

Ελένη Τζαβάρα: «Η δημιουργία μουσικής είχε ανέκαθεν έντονα ψυχαναλυτικό ρόλο για μένα»

Οι Vaxtones, δηλαδή η τραγουδίστρια Ελένη (aka Etten) Τζαβάρα των Film, ο κιθαρίστας Θάνος Αμοργινός των The Last Drive και The Earthbound, ο μπασίστας Χρήστος Ζώης των Hi Rollers, Jitterbugs και The Rockets, ο ντράμερ Νίκος Φωτίου των Raindogs, ο Παναγιώτης Λουκουμάς με θητεία στους Sunsteps, Xaxakes, Scopitone και ο Δημήτρης Βόγλης των Scopitone, υπογράφουν το μουσικό μανιφέστο μίας ποπ πανκ επανάστασης μέσα από το ντεμπούτο άλμπουμ τους Never Ending Story και είναι ό,τι πιο φρέσκο και ενδιαφέρον ακούσαμε τελευταία στην ελληνική σκηνή.

Αν θέλετε να το διαπιστώσετε, μπορείτε να τους δείτε στο Half Note Jazz Club, το Σάββατο 20 Μαΐου στις 9:30 μ.μ..

Στο instagram συστήνεστε, μεταξύ άλλων ως τραγουδοποιός. Πότε νιώσατε ότι αποκτήσατε αυτόν τον τίτλο/ιδιότητα;

Η δημιουργία τραγουδιών ήταν ένα παιχνίδι που έκανα με τη μητέρα μου η οποία ήταν μουσικός. Φτιάχναμε τραγούδια για οτιδήποτε. Για τα διάφορα κατοικίδια που είχαμε, ή διακωμωδούσαμε κάτι τραγουδώντας. Όλο αυτό συνέβαινε μάλιστα τόσο αυθόρμητα από την πλευρά της και χωρίς κανένα ίχνος «σοβαρής διδασκαλίας» που το έκανε απόλυτα διασκεδαστικό. Όλο αυτό κατά κάποιο τρόπο με εκπαίδευε στο να φτιάχνω τραγούδια. Ακόμα και σήμερα όταν γράφω μουσική υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι στη διαδικασία που λειτουργεί σαν παιχνίδι και αυτό είναι απελευθερωτικό.

Στο παρελθόν σάς συναντάμε στους Film. Σας έφερε κοντά η αγάπη σας για την instrumental μουσική;

Μας έφερε κοντά μια σειρά σουρεαλιστικών συμπτώσεων με τελευταία το να βρίσκομαι σε ένα live τους (όταν έπαιζαν ως τρίο) ένα βράδυ. Η χημεία μεταξύ μας ήταν τέτοια που όποτε και να γνωριζόμασταν, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, δεν υπήρχε περίπτωση να μη γράψουμε μουσική μαζί. Πολλές φορές συνθέταμε στο στούντιο σχεδόν τηλεπαθητικά ενώ δουλεύαμε ακριβώς με τους ίδιους ρυθμούς και την ίδια αφοσίωση.

Τι σας έδωσε αφορμή να κάνετε την πρώτη προσωπική σας δουλειά; Βγήκατε πιο δυνατή ως μουσικός μέσα από αυτήν;

Υπήρχαν πάρα πολλά πράγματα τα οποία ήθελα να εξερευνήσω και να τολμήσω. Όταν το ξεκίνησα μου φαινόταν τρομακτικό κατά κάποιο τρόπο, αλλά η περιέργεια και η ανάγκη ήταν τέτοια που με ώθησε στο να το κάνω. Το να εκτίθεσαι μόνος σου ξαφνικά, ότι και να κάνεις, είναι ένα τεράστιο βήμα. Στη δική μου περίπτωση μάλιστα που μετά από χρόνια μιας κάποιας ασφάλειας που μου έδινε το να ανήκω σε ένα γκρουπ, το οτι δηλαδή ξαφνικά δεν είχα δίπλα μου κάποιους με τους οποίους λέγαμε «ότι και να γίνει θα το ζήσουμε μαζί» και θα μοιραστούμε την ευθύνη και τον φόβο κατά κάποιο τρόπο, ήταν πολύ δύσκολο στην αρχή. Αυτό που έδινε στην όλη διαδικασία έναν ακόμα βαθμό δυσκολίας, αλλά με ένα γοητευτικό τρόπο ήταν ότι ήδη από τις πρώτες ιδέες που δούλευα φαινόταν ότι ηχητικά θα ήταν μακριά από τους Film και δεν ήξερα τι τύχη θα είχε. Η δημιουργική ώθηση ήταν ισχυρή και το να δοκιμαστώ μόνη μου ήταν κάτι που οπωσδήποτε θα έκανα. Η εμπειρία που είχα με τα “I know you ‘re behind me but I’m not scared” και με το “Lappuggla” μου έδωσε δύναμη με ένα τρόπο που δεν θα την αποκτούσα αλλιώς.

Στη μουσική σας παιδεία τη ρόλο παίζουν η Αθήνα και η Στοκχόλμη; Τι σας οδήγησε στη Σουηδική πρωτεύουσα;

Με τον τρόπο που αντλείς στοιχεία από το περιβάλλον που ζεις, τόσο συνειδητά όσο και ασυνείδητα και μετά αυτά γίνονται κομμάτι σου θέλοντας και μη, κάπως έτσι φαντάζομαι παίζουν ρόλο οι δυο αυτές πόλεις. Πάντοτε ένιωθα ότι στη μουσική μου μπαίνουν μπροστά πρώτα τα βιώματα μου ή κάποιες φορές και ο χαοτικός χορός που κάνουν οι σκέψεις και μέσω της μουσικής ξορκίζονται, και μετά τα ακούσματα μου. Δεν ξέρω αν αυτός ο διαχωρισμός είναι εφικτός βέβαια όταν η μουσική σε έχει εμποτίσει σε τέτοιο βαθμό που σχεδόν δεν ξεχωρίζει από τη φύση σου.

Την Στοκχόλμη την αισθάνομαι πλέον σαν το δεύτερο σπίτι μου. Η Σκανδιναβία ήταν ένα μέρος που με γοήτευε από παιδί για πολλούς λόγους. Όταν πριν πολλά χρόνια βρέθηκα στη Στοκχόλμη την ερωτεύτηκα.

Έχω ακούσει πολλές ιστορίες από ανθρώπους που έχουν ζήσει εκεί και την θεωρούν σκληρή πόλη, τους ανθρώπους της κλειστούς, το κρύο και το σκοτάδι του χειμώνα ζόρικα κλπ. Η δική μου εμπειρία είναι εντελώς διαφορετική. Ήταν ένα μέρος που πάντα μου έδινε μια ισορροπία που είχα απόλυτη ανάγκη, με έμαθε να ζω με ένα διαφορετικό τρόπο και να δω εντέλει τη ζωή αλλιώς, μου χάρισε φιλίες ζωής, και με έμαθε ότι όπως λένε και οι ίδιοι δεν υπάρχει κακός καιρός, υπάρχει κακό ντύσιμο (κάτι που λειτουργεί και μεταφορικά πολλές φορές!).

Έχετε και μία σχέση με τη μόδα πολύ ιδιαίτερη. Πώς θα την περιγράφατε, τι σας οδήγησε στη μόδα;

Ξεκίνησε μάλλον ως τρόπος έκφρασης και αντίδρασης στο λύκειο. Όπως σε κάθε περίοδο έτσι και τότε ήταν της μόδας συγκεκριμένες μάρκες. Το ότι φορούσαν όλοι τα ίδια το σιχαινόμουν, μου φαινόταν βαρετό και άτολμο. Κάπου εκεί ανακάλυψα κάποια ρούχα 70’s της μητέρας μου και ξεκίνησα να τα συνδυάζω με τζην και αρβύλες. Μπορεί να μην ήταν κάτι σούπερ καινοτόμο αλλά ήταν σίγουρα διαφορετικό και ήταν ότι πιο δημιουργικό μπορούσα να κάνω τότε. Τώρα παραμένει τρόπος έκφρασης και ακολουθώ πάντα τη διάθεση μου. Συνδυάζω κομμάτια second hand με καινούρια και προσπαθώ να έχω πλέον μια πιο βιώσιμη γκαρνταρόμπα. Επίσης δεν υπάρχει περίπτωση να φορέσω κάτι άβολο όσο ωραίο και αν είναι!

Πώς συναντιέστε με τους Vaxtones και γίνεστε η φωνή τους;

Οι Vaxtones προέκυψαν μέσα στην καραντίνα και ήταν ένα project που ξεκίνησε ο Δημήτρης Βόγλης. Μου ζήτησε να κάνουμε ένα demo για ένα κομμάτι που είχε γράψει και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Ο Δημήτρης είναι πραγματικά αυτό που λέμε ζωντανή μουσική εγκυκλοπαίδεια. Ήξερα πολύ καλά ότι αγαπάει κυρίως την πιο χαρούμενη μουσική και παρ΄ όλο που μουσικά εγώ έχω κινηθεί σε κάπως διαφορετικά μονοπάτια, μου φάνηκε εξαιρετική ιδέα να συμμετέχω σε κάτι τέτοιο. Συζητούσαμε μάλιστα ότι υπάρχει ανάγκη για πιο χαρούμενα και εξωστρεφή πράγματα (ειδικά μετά τα τόσα που έχουμε περάσει όλοι μας), και αν κρίνουμε από τα πρώτα μηνύματα που έχουμε πάρει με το πρώτο single, είχαμε δίκιο!

Στις επιρροές σας για να γράψετε και να ερμηνεύσετε μουσική, τι βάζετε πολύ ψηλά; Άλλους μουσικούς και ερμηνεύτριες, το σινεμά, τη λογοτεχνία, κάτι άλλο;

Την ίδια τη ζωή. Προσπαθώ να την καταλάβω, να την φιλτράρω, να τη δω σουρεαλιστικά, να δω τι κρύβεται μέσα της, να τη «διαβάσω» αλλιώς, να βρω απαντήσεις και να καταλήξω ακόμα και σε συμπεράσματα. Η δημιουργία μουσικής και τραγουδιών γενικότερα είχε ανέκαθεν έντονα ψυχαναλυτικό ρόλο για μένα. Αρκετές φορές όταν δημιουργώ μια αρχική ιδέα για ένα κομμάτι καταφεύγω στην αυτόματη γραφή στίχων μέσω φωνητικού αυτοσχεδιασμού. Η διαδικασία αυτή είναι άκρως αποκαλυπτική αλλά και θεραπευτική.

Nα κλείσουμε την κουβέντα επιστρέφοντας στον τρόπο που αυτοπροσδιορίζεστε στο instagram; Γεννιέται κανείς nature junkie ή γίνεται;

Νομίζω πως και να μη γεννιέσαι, γίνεται επιτακτική ανάγκη το να γίνεις γιατί οι συνθήκες στις οποίες ζούμε και οι ρυθμοί που αναγκαζόμαστε να ακολουθήσουμε είναι αφύσικοι και επιβλαβείς τόσο για τη σωματική όσο και για τη ψυχική υγεία. Δεν είναι τυχαίο ότι προτείνεται η βόλτα στη φύση ως θεραπεία. Αν αφεθείς, ο τρόπος λειτουργίας σου αλλάζει με το που βρίσκεσαι στη φύση. Είναι σαν να πατιέται ένας εσωτερικός διακόπτης και όλες σου οι αισθήσεις μπαίνουν σε μια άλλη λειτουργία που τροφοδοτεί όλη σου την ύπαρξη με τέτοιο τρόπο που μπορεί να σε αλλάξει ριζικά. Αν το βιώσεις μια φορά όλο αυτό, είναι βέβαιο ότι θα σου γίνει ανάγκη και θα το αναζητάς ξανά και ξανά.

Πηγή: marieclaire.gr

Show More

Related Articles

Back to top button