Σε πρόσφατη συζήτηση περί των “Τζορτζ Φλοιντ” διαδηλώσεων βρέθηκα αντιμέτωπη με μια πλευρά που ίσως το τελευταίο διάστημα δεν είχα σκεφτεί.
Υπερασπιζόμενη ολους αυτούς που διαδηλώνουν για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αξία τους, ήρθαν στον αντίλογο τα επεισόδια που προκαλούνται σε κάθε τέτοιο μαζικό ξέσπασμα, οι κατά το ελληνικόν “μπαχαλάκηδες”, τα σπασμένα αμάξια, τα σπασμένα μαγαζιά, η βία που προκύπτει και ως αποτέλεσμα το χάος…
Και όταν εσύ μιλάς σε τόνο έντονο για τον “άνθρωπο”, ο άλλος σου λέει για τον αδερφό του που δεν μπορεί να πάει στη δουλειά επειδή του έσπασαν το μηχανάκι. Το μηχανάκι που με κόπο απέκτησε, που πλήρωνε κάθε μήνα, που δέθηκε και αγάπησε.
Το μηχανάκι, το αυτοκίνητο, το μαγαζί, το ό.τι.
Είναι που κάποιες φορές μας κυριεύει η οργή και ο θυμός και ξεχνάμε με ποιον τα βάζουμε. Είναι που εκείνη την ώρα μπαίνουμε στο κέντρο του κόσμου για τα δικά μας δικαιώματα και τα δικά μας “θέλω” και σε μια στιγμή ξεχνάμε τα δικαιώματα των άλλων και την δική τους αξία.
Να μην ξεσηκώνονται οι άνθρωποι; Να μην βγαίνουν να φωνάξουν για το δίκιο τους; Για το δίκιο του διπλανού τους…
Να βγαίνουν θα συνεχίσω να προασπίζομαι. Να βγαίνουν με κάθε ευκαιρία, να βγαίνουν κάθε φορά που νιώθουν την ανάγκη να φωνάξουν, να βγαίνουν κάθε φορά που κάτι τους σφίγγει το λαιμό…
Να βγαίνουν και να θυμούνται πως όλοι είμαστε μαζί σε αυτό. Ή τουλάχιστον πως αυτό θα ήταν το ιδανικό. Και να παλεύουν… Γι αυτό το ιδανικό μα και για τα ιδανικά τους.
Αν χάσουμε τον πολιτισμό μας έχουμε χάσει και τον σεβασμό μας. Και ο σεβασμός στους άλλους είναι η μεγαλύτερη πράξη σεβασμού προς τον εαυτό μας.
Βγες, φώναξε, τρέξε και θυμήσου πάντα το λόγο που σε έκανε να ανοίξεις σήμερα την πόρτα, να ενώσεις τη φωνή σου και να κατέβεις στο δρόμο.