Αγία Παρασκευή – Πλατεία Αγ. Ιωάννη: Τι κρύβεται πίσω από τα σχέδια «ανάπλασης»
Κείμενο του Θάνου Ανδρίτσου (Αρχιτέκτονας-πολεοδόμος, πρώην δημοτικός σύμβουλος Αγίας Παρασκευής)
Το κείμενο αυτό θέλει να υπερασπιστεί την πλατεία, γενικώς, και την πλατεία του Αϊ Γιάννη της Αγίας Παρασκευής ειδικώς. Σε αντίθεση με όσα ακούγονται, η πλατεία του Αϊ-Γιάννη αποτελεί τον πιο επιτυχημένο δημόσιο χώρο της πόλης. Ποιο καλύτερο κριτήριο για την ποιότητα μιας πλατείας από τη μαζική χρήση της από τους πολίτες μπορεί να υπάρξει; Παρότι είναι σχεδιασμένη πριν από δεκαετίες και έχει στοιχεία ξεπερασμένων σχεδιαστικών χειρισμών (όπως π.χ. τα αυστηρώς οριοθετημένα παρτέρια και τα σιντριβάνια), η βασική χειρονομία διαμόρφωσης του χώρου είναι απολύτως ορθή. Η επίλυση της υψομετρικής διαφοράς μέσω των κερκίδων του θεάτρου καθιστά το μεγαλύτερο μέρος της πλατείας φιλόξενο για στάση και ξεκούραση. Αυτό έκανε την πάνω πλατεία να είναι αναλογικά πιο πολυσύχναστη για μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας από ό,τι η κάτω πλατεία, που καλύπτεται στο μεγαλύτερο μέρος της από ένα επίπεδο σκληρό δάπεδο, με τον κόσμο περνά αλλά να μη στέκεται. Η παρουσία ψηλών δέντρων, διαδρόμων και πεζουλιών δεν δημιουργεί τυφλά σημεία για διακίνηση ναρκωτικών όπως ακούγεται, αλλά διαμορφώνει «γειτονιές», όπου διαφορετικές παρέες μπορούν να κάθονται χωρίς να αισθάνονται εκτεθειμένες σε έναν αφιλόξενο ανοιχτό χώρο.
Αυτά τα στοιχεία έκαναν την πλατεία αγαπημένο χώρο για τη νεολαία και τις διαφορετικές νεανικές κουλτούρες που τη διεκδικούσαν. Αυτός ο χαρακτήρας, ωστόσο, ουδέποτε -μέχρι και σήμερα- έφερε αποκλεισμούς σε άλλες ηλικιακές και κοινωνικές ομάδες. Η πλατεία του Αϊ-Γιάννη είναι συμπεριληπτική και μεταμορφώνεται διαρκώς. Η βόλτα του σκύλου, οι παρέες των ηλικιωμένων, τα μικρά παιδιά στην παιδική χαρά, ο πρωινός καφές των εργαζομένων στην περιοχή, το άραγμα μετά το μάθημα και η βραδινή έξοδος. Όλα υπήρχαν και υπάρχουν, όχι μόνο το τελευταίο.
Γιατί λοιπόν δέχεται τόσες επιθέσεις αυτή η καημένη πλατεία;
Τι έφερε η κρίση;
Στα χρόνια του ’90 και του 2000, η ευρύτερη περιοχή απέκτησε μια δεσπόζουσα φυσιογνωμία με ακριβά κέντρα διασκέδασης και απεύθυνση σε συγκεκριμένες κατηγορίες mainstream κουλτούρας. Ακριβά αμάξια, ημι-διασημότητες, πόλεμοι της νύχτας, που βέβαια δεν προκαλούσαν έφοδο των ΜΑΤ και επιχειρηματίες με εμπλοκή στις διοικήσεις του Δήμου.
Οταν η κρίση έκανε την εμφάνισή της, εκτός από τη γενική πτώση της τοπικής αγοράς, ήρθε και η κατάρρευση του νεόπλουτου οράματος, με μεγάλα μαγαζιά να κλείνουν ή να παρακμάζουν. Ξεκίνησε μια σταδιακή αλλαγή των προτύπων διασκέδασης των νεότερων γενεών προερχόμενη κυρίως από την οικονομική πίεση αλλά, εκτιμώ, και από ευρύτερες πολιτικές και πολιτισμικές διεργασίες. Οι γειτονιές των πόλεων γέμισαν με στέκια όπου μια παρέα μπορούσε φτηνά να πιει ένα τσίπουρο, ενώ πλατείες και δημόσιοι χώροι που έμοιαζαν ανενεργοί άρχισαν να γεμίζουν κόσμο με μια μπίρα από το περίπτερο, ή -στη δική μας περίπτωση- το διάσημο take-away μοχίτο.
Αυτή η αλλαγή συντελέστηκε πρώτα και κύρια εντός της νεολαίας της πόλης. Αυτό που παρουσιάζεται ως έφοδος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αναρχικών ή εγκληματιών είναι πρώτα και κύρια ο φόβος των συντηρητικών κύκλων για το πώς άλλαξε η νεολαία, που βρέθηκε εγκλωβισμένη στα παιδικά της δωμάτια, στην ανεργία και σε δουλειές του ποδαριού. Τα ακόμα νεότερα παιδιά που δεν ξέρουν καν σε τι ακριβώς να ελπίσουν. Ας δούμε τι πιτσιρικαρία μαζεύεται στις πυρακτωμένες συναυλίες της αναγεννημένης ελληνικής ραπ. Τι γίνεται στα καλοκαιρινά φεστιβάλ, στα νησιωτικά πανηγύρια;
Ο λαϊκίστικος ακροδεξιός λόγος που αιωρείται συσχετίζει συνειδητά τον δημόσιο χώρο, τον νεολαιίστικο ριζοσπαστισμό, τις εναλλακτικές κουλτούρες με τη διακίνηση ναρκωτικών και την παραβατικότητα. Και όλα αυτά με έναν ταξικό, ρατσιστικό και συντηρητικό λόγο. Φτωχοδιάβολοι και μεταναστόπαιδα από άλλες γειτονιές, αριστεροί και αναρχικοί έρχονται και καταλαμβάνουν τις πλατείες μας, ακούνε δυνατή μουσική και τσακώνονται, χτυπάνε την επιχειρηματικότητά μας και θέλουν να ρίξουν στα ναρκωτικά και στην ακολασία τα παιδιά μας, και ειδικά τα κορίτσια μας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η υπεράσπιση της πλατείας, ακόμα και η προφανής για ένα προάστιο άρνηση εισβολής των ΜΑΤ, κατηγορείται για στήριξη στο εμπόριο ναρκωτικών. Κάθε φωνή διαφορετική απέναντι στις τρομακτικές κραυγές κατηγορείται ότι υποθάλπει κάθε λανθασμένη ή αντικοινωνική συμπεριφορά.
Η δημιουργία ενός τέτοιου κλίματος εξοβελίζει τη δυνατότητα πραγματικής συζήτησης για προβλήματα της κοινωνίας και της νεολαίας, οδηγεί σε υπερβολή και διαστρέβλωση της πραγματικότητας και πιέζει όλες τις ομάδες της πόλης στη διακήρυξη δήθεν λύσεων για την «κόλαση» στην οποία έχει μετατραπεί η συνοικία του Αϊ-Γιάννη. Και η μαγική λέξη που θα λύσει τα προβλήματα είναι μία: ανάπλαση.
Ερχεται η ανάπλαση;
Τα τελευταία 2-3 χρόνια, δύο παράλληλες τάσεις ενισχύθηκαν. Από τη μια, επανήλθε το επιχειρηματικό ενδιαφέρον για την ευρύτερη περιοχή, μια και αυξήθηκε κατά πολύ ο κόσμος. Από την άλλη, πολλαπλασιάστηκαν οι αντιδράσεις μερίδας των περιοίκων για την κατάσταση της πλατείας τους καλοκαιρινούς μήνες.
Δημοσιεύτηκε μια ανυπόγραφη καταγγελία σε ένα τοπικό σάιτ για μυρωδιά ούρων σε μια πολυκατοικία; – «Τι θα γίνει πια, Δήμαρχε, με την κατάσταση της πλατείας;» – «Ερχεται η ανάπλαση».
Περνούσε ένας περίοικος και είδε έναν τσακωμό ανάμεσα σε δυο παρέες; -«Ως πότε η δημοτική αρχή θα μας αφήνει στο έλεος των κακοποιών;» – «Μην ανησυχείτε, έρχεται η ανάπλαση».
Μια συντονισμένη εκστρατεία στιγματισμού λαμβάνει χώρα, η οποία εκτός των άλλων πλήττει και τον εμπορικό κόσμο της πόλης.
Η Αγία Παρασκευή είναι ένας δήμος με τεράστια έλλειψη δημόσιων χώρων. Η πρόσβαση στον Υμηττό είναι σχεδόν αποκλεισμένη από δημόσιες χρήσεις και ιδιωτικές καταπατήσεις (Κολλέγιο, Δημόκριτος, στρατόπεδα κ.ά.). Η ρυμοτομία ακολούθησε το ιδιωτικό και όχι το δημόσιο συμφέρον και έτσι τεράστια οικοδομικά τετράγωνα, στενοί και συνεχείς δρόμοι και ελάχιστοι ανοιχτοί χώροι κάνουν την πόλη εχθρική σε πεζούς και άτομα με προβλήματα κινητικότητας. Σε αυτό να προστεθεί η παράλογη άρνηση για έλευση του μετρό, που ενίσχυσε την εξάρτηση από το Ι.Χ. και τη μόνιμη επωδό για ανάγκη θέσεων στάθμευσης. Αντί να ιεραρχείται η δημιουργία νέων δημόσιων χώρων ή η απόδοση μεγάλων εκτάσεων που μένουν κλειστές και παρατημένες, συζητιέται διαρκώς πώς θα ανακατασκευαστεί η πιο επιτυχημένη πλατεία. Ο αστικός σχεδιασμός καλείται να επιτελέσει έναν αστυνομικό ρόλο και όχι να φτιάξει μια πλατεία με μεγαλύτερη επισκεψιμότητα ή με περισσότερο πράσινο.
Ο βασικός λόγος που η πλατεία διατήρησε τον χαρακτήρα της τόσα χρόνια είναι η αυστηρή διατύπωση στη συμβολαιογραφική πράξη του 1983, με την οποία ο Σύλλογος κατοίκων του Αγίου Ιωάννη δώρισε το οικόπεδο στον δήμο, που αναφέρει: «Αποκλείεται και απαγορεύεται ρητώς και κατηγορηματικώς οποιαδήποτε εκμετάλλευση της κηποπλατείας διά δημιουργίας θέσεων στάθμευσης αυτοκινήτων επί της επιφάνειας ή υπογείως, ουρητηρίων, καταστήματος πωλήσεως διαφόρων ειδών, ανάπτυξης τραπεζοκαρεκλών εις τα πεζοδρόμια, τοποθέτηση οποιουδήποτε κτίσματος, ώστε να παραμείνει ο χώρος μια όαση πρασίνου».
Περίπου έναν χρόνο πριν από τη λήξη της θητείας της προηγούμενης δημοτικής αρχής με επικεφαλής τον κύριο Σταθόπουλο, άρχισε να παρουσιάζεται η πρόταση ανάπλασης που ετοίμασε η υπηρεσία του δήμου. Ως αρχιτέκτονας, είμαι φειδωλός στην κριτική του έργου συναδέλφων από τις τεχνικές υπηρεσίες και, επίσης, δεν θα επεκταθώ στην τεράστια κουβέντα που δημιουργήθηκε ως προς την ανάθεση της κατασκευής λίγο πριν από τη λήξη της προηγούμενης θητείας και την ακύρωσή της από τη νέα δημοτική αρχή. Θέλω να εστιάσω στις πολιτικές λογικές που κατατέθηκαν για τον δημόσιο χώρο και τον ρόλο της συγκεκριμένης πλατείας.
Η πρόταση που εισηγήθηκε ο κύριος Σταθόπουλος είχε μια σύγχρονη σχεδιαστική ματιά και διατηρούσε τον δημόσιο χώρο χωρίς τοποθέτηση τραπεζοκαθισμάτων και θέσεων στάθμευσης ή υπόγειου πάρκινγκ. Παρ’ όλα αυτά, η βασική επιλογή της αφαίρεσης των κερκίδων του θεάτρου, σε συνδυασμό με το σκεπτικό που αιτιολογούσε το έργο, έκανε σαφές ότι βασική στόχευση ήταν η μετατροπή της πλατείας από τόπο στάσης και συνάντησης ανθρώπων σε τόπο διέλευσης. Η δημιουργία ενός μεγάλου δαπεδοστρωμένου διαδρόμου θα περιόριζε τις μαζικές παρέες που συγκεντρώνονται και θα άλλαζε τον χαρακτήρα της πλατείας.
Η παράταξη του κυρίου Ζορμπά κατέθετε ως βασική κριτική το υψηλό κόστος, τη μη ενσωμάτωση τραπεζοκαθισμάτων για τα περιμετρικά μαγαζιά και τη μη τοποθέτηση θέσεων στάθμευσης. Αυτό αποτυπώνεται σε επιστολή που έστειλε τον Οκτώβριο του 2019 ο νέος αντιδήμαρχος Τεχνικών Υπηρεσιών, με την οποία ζητά από την υπηρεσία να συντάξει «σκαρίφημα σχεδίου πρότασης (κάτοψη) της υπάρχουσας πλατείας Αγ. Ιωάννου με άξονα σχεδιασμού χώρο για την περιμετρική ανάπτυξη τραπεζοκαθισμάτων».
Νέο σχέδιο για την πλατεία δεν είχε εμφανιστεί. Ώσπου, στις 8 Μαΐου εστάλη πρόσκληση για Δημοτικό Συμβούλιο στις 13 Μαΐου με θέμα την «πρόταση συντήρησης για την πλατεία του Αγίου Ιωάννη». Το σχέδιο εστάλη τη Δευτέρα 11 Μαΐου και περιλαμβάνει σημειακές παρεμβάσεις αφαίρεσης φθαρμένων στοιχείων αστικού εξοπλισμού, τοποθέτηση κάποιων φυτεύσεων κ.ά. Στο Δημοτικό Συμβούλιο που έγινε στις 13 Μαΐου συζητήθηκε η πρόταση, ενώ αποτυπώθηκε πως μεγάλο τμήμα των μαγαζιών της περιοχής επιθυμεί τη διατήρηση του δημόσιου χώρου στο σύνολό του. Αναιρέθηκε η θέση της δημοτικής αρχής για τοποθέτηση τραπεζοκαθισμάτων και αν ναι, αυτή είναι μια θετική εξέλιξη που τη δεσμεύει και για τα επόμενα χρόνια; Eνα τέτοιο έργο συντήρησης σαν αυτά που γίνονται καθημερινά, πώς συμβαδίζει με τις μεγάλες διακηρύξεις του Δημάρχου για ριζική αλλαγή της εικόνας την περιοχής;
Η προφανής επικοινωνιακή στρατηγική λίγες μέρες μετά το κάλεσμα των ΜΑΤ είναι δεδομένη. Ωστόσο αυτό που απεύχεται μια δύσπιστη ματιά είναι αν σε συνδυασμό με την τωρινή συνθήκη ένα κλείσιμο της πλατείας για μεγάλο χρονικό διάστημα (πράγμα που θα μπορούσε να αποφευχθεί σε εργασίες συντήρησης κατά τους χειμερινούς μήνες) στοχεύει σε μια μελλοντική μείωση της χρήσης της. Η εκστρατεία στιγματισμού μπορεί να φέρει σταδιακό μαρασμό του δημόσιου χώρου και αδρανοποίηση της πλατείας. Το ερώτημα, φυσικά, παραμένει: Εργασίες συντήρησης, καθαρισμού, αντικατάστασης εξοπλισμού κ.ά. προφανώς να γίνουν, αλλά γιατί να ιεραρχείται στο δημόσιο λόγο και τις συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου η πιο πολυσύχναστη πλατεία της πόλης ως χρήζουσα ανάπλασης;
Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί και κάτι ακόμα. Στον δεύτερο σημαντικότερο δημόσιο χώρο του δήμου, η διενέργεια δημόσιου αρχιτεκτονικού διαγωνισμού για τον ανασχεδιασμό του δεν τέθηκε ποτέ στο τραπέζι. Κι όμως, η μόνιμη απαίτηση σε βαθμό εμμονής του πανελλήνιου συλλόγου των αρχιτεκτόνων (ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ), του οποίου τυγχάνει να είμαι μέλος του Δ.Σ., δεν προέρχεται από υποτίμηση των δυνατοτήτων των τεχνικών υπηρεσιών, ούτε μόνο για λόγους διαφάνειας. Σε έναν ανοιχτό διαγωνισμό, τίθεται υπό διαβούλευση και η ίδια η κοινωνική και πολεοδομική χρησιμότητα ενός έργου. Δεν φτάνουμε έτσι στο σημείο κάθε δήμαρχος, ανάλογα με την προσωρινή πολιτική του στόχευση, να παραγγέλνει σαν εργοδότης αντίστοιχα σχέδια.
Σε υπεράσπιση του δημόσιου χώρου
Η συνθήκη της πανδημίας, του εγκλεισμού και της νέας οικονομικής κρίσης φέρνει την κοινωνία μπροστά σε μεγάλα ερωτήματα. Κάτι που προσωπικά με τρομάζει είναι η ρητή ή άρρητη επίθεση στον δημόσιο χώρο και στα κοινά. Δεν είναι μονάχα η επιχειρηματική επιδίωξη για τραπεζοκαθίσματα. Είναι και ένας ιδεολογικός, συνειδησιακός πόλεμος στον δημόσιο χώρο και στην κοινότητα.
Κάθε τι δημόσιο, κοινό, ανοιχτό τείνει να κατηγορηθεί ως μιαρό, βρόμικο, επικίνδυνο, όχι μόνο για το άτομο αλλά για την κοινωνία ολόκληρη. Το κρησφύγετο του ιδιωτικού μόνο μπορεί να μας σώσει. Οι συναναστροφές και οι παρέες είναι αχρείαστες. Διασκέδαση είναι οι κλειστοί ιδιωτικοί χώροι, το σπίτι ή το κατάστημα. «Οσοι ασκόπως τριγυρνάνε και ρεμβάζουν είναι επικίνδυνοι και με τρομάζουν», όπως έλεγαν οι Τρύπες.
Η ανάγκη τήρησης μέτρων προστασίας της υγείας είναι αυτονόητη. Εξίσου αυτονόητο είναι πως ο κίνδυνος μετάδοσης του ιού είναι μικρότερος σε μια πλατεία ή πάρκο απ’ ό,τι σε μαγαζιά εστίασης, σχολεία και -φυσικά- χώρους εργασίας. Ακόμα όμως κι αν δεχτούμε ότι ο απρόσεχτος συνωστισμός στους δημόσιους χώρους μπορεί να φέρει αναζωπύρωση της πανδημίας, δεν μπορεί να γίνει ανεκτή η πλήρης αντιστροφή της πραγματικότητας και των στρατηγικών για το μέλλον.
Για την καλύτερη ζωή και υγεία των ανθρώπων, οι πόλεις μας χρειάζονται περισσότερο ελεύθερο χώρο, πρόσβαση στα κοινά αγαθά, καλύτερη σχέση με τη φύση, δημοκρατία και συμπερίληψη. Αυτή είναι μια μάχη που έχει ήδη ξεκινήσει και οφείλουμε να τη δώσουμε τόσο μέσα όσο και έξω από τα σπίτια μας.
Θάνος Ανδρίτσος: Αρχιτέκτονας-πολεοδόμος, πρώην δημοτικός σύμβουλος Αγίας Παρασκευής με το Φυσάει Κόντρα, μέλος του Δ.Σ. του ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ με την ΑΚΕΑ
Πηγή: efsyn.gr